Απόψεις

ΓΣΕΕ: Και μέσα και έξω. Κυρίως έξω!

29/03/2016

Αντώνης Καββαδίας*

Το 36ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ ήταν πιο απελπιστικό από ποτέ. Αυτή είναι η λέξη που θα έδινε ένας εξωτερικός παρατηρητής για την κατάσταση και την προοπτική του «οργανωμένου» συνδικαλιστικού κινήματος. Απελπισία! Δε χρειάζονται βαρύγδουπες αναλύσεις για την εντεινόμενη αποϊδεολογικοποίηση της Συνομοσπονδίας, την αποθέωση της λογικής των μηχανισμών, την μετατροπή της σε Α.Ε. διαχείρισης κονδυλίων και την από καιρό λειτουργία της ως ντίλερ των συμφερόντων της μεγαλοεργοδοσίας.


Σε αυτή την περίπτωση, το ένστικτο των «από κάτω» δεν κάνει λάθος. Η συντριπτική πλειοψηφία των συνδικαλιστικών ηγεσιών των μαζικών χώρων δουλειάς είναι αυτό που ακριβώς εκπέμπουν. Είναι αυτό ακριβώς που δε φροντίζουν να κρύψουν. Μια κάστα «βαρωνικής» αντίληψης για τη σύνθεση και το μέλλον των συνδικάτων. Μία κλειστή, ελεγχόμενη γκρούπα εργατικής αριστοκρατίας, στο περιθώριο της πραγματικής κοινωνικής και εργασιακής ζωής. Μια κατασταλαγμένη αντίληψη, των από καιρό βολεμένων, που επιχειρεί να πείσει τον εργαζόμενο πως τα συμφέροντά του μπορούν και πρέπει να είναι τα ίδια με αυτά των μεγαλοεργοδοτών. Ένα φαινόμενο αναντιστοιχίας ανάμεσα στα πραγματικά κοινωνικά επίδικα των επτά (7) τελευταίων ετών και των συσχετισμών δύναμης μέσα στα συνδικάτα.


Εδώ και δεκαετίες ότι συμβαίνει στα συνέδρια της ΓΣΕΕ δεν αφορά απολύτως κανέναν, εκτός από τους ίδιους τους παραταξιακούς μηχανισμούς. Το συνδικαλιστικό κίνημα στον ιδιωτικό τομέα των μαζικών χώρων δουλειάς, είναι από καιρό απωθητικό και αντιμετωπίζεται από τα ίδια τα μέλη του περισσότερο ως αναγκαίο κακό, παρά ως συλλογική διαδικασία διεκδίκησης. Η ουσιαστική αποχή του από τις κοινωνικές διεργασίες των μνημονιακών χρόνων, σε συνδυασμό με την κατάμαυρη σελίδα που έγραψαν οι πλειοψηφίες της ΓΣΕΕ που συντάχθηκαν με τις δυνάμεις του Κεφαλαίου στο δημοψήφισμα, κατέστησαν οριστικά τις παρατάξεις του αστικού συνδικαλισμού ως αντικοινωνικές δυνάμεις.


Είναι βέβαιο, πως η απροκάλυπτη πλέον συμπόρευση του κυρίαρχου αστικού συνδικαλισμού με τις πολιτικές του T.I.N.A, έχει διττό πολιτικό στόχο. Αφενός μεν να οριστικοποιήσει σε εργαζόμενους & ανέργους το αίσθημα μιας αναπόφευκτης και τελεσίδικης ήττας, ενώ ταυτόχρονα επιχειρεί να παγιώσει την αντίληψη της συνευθύνης για την κατάσταση της οικονομίας, άρα και την εξαιρετικά χαμηλή αντίσταση σε νέες αντεργατικές ρυθμίσεις. Αφετέρου δε, να κάνει ακόμα πιο ελεγχόμενα τα συνδικάτα από το αστικό / μνημονιακό μπλοκ (συμπεριλαμβανομένου του μεταλλαγμένου ΣΥΡΙΖΑ), έως και να τα συρρικνώσει στα «αναγκαία» θεσμικά επίπεδα (βλ. αντικατάσταση ν. 1264/82), από όπου θα επιβιώσουν οι «χρήσιμοι» ισχυροί αστικο-μνημονιακοί μηχανισμοί.


Ο ρόλος της συνδικαλιστικής Αριστεράς

Η συγκυρία της κεντρικής πολιτικής σκηνής, συνεχίζει να βρίσκει τις οργανωμένες δυνάμεις της αριστεράς στα συνδικάτα εξαιρετικά αμήχανες. Η εκκωφαντική ιδεολογική σφαλιάρα της νεοφιλελεύθερης μεταστροφής της Κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν λογικό να υποχρεώσει σε ένα διάστημα ανασύνταξης και εκ νέου βηματισμού. Ήταν επίσης λογική η έως τώρα αμηχανία απέναντι στον ίδιο τον κόσμο που έπεισαν (και μέσα από τα σωματεία) για την αναγκαιότητα της απαλλαγής από τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις, ώστε να απεμπλακούμε από το νεοφιλελεύθερο σφαγείο των μνημονίων. Τέλος, ήταν ακόμα και φυσιολογική μια αρχική παράλυση, μπροστά στην κηλίδα που αφήνει η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, πάνω στην ίδια την ιδέα της Αριστεράς.


Οι δυνάμεις της συνδικαλιστικής Αριστεράς (ΜΕΤΑ) είναι υποχρεωμένες στον επαναπροσδιορισμό της στρατηγικής τους. Την αμέσως επόμενη περίοδο πρέπει άμεσα να ξεκαθαριστεί η ρητορική και η ανάλυσή, σε ό,τι έχει να κάνει με την κατάσταση που βιώνουν οι εργαζόμενοι & άνεργοι από την υπογραφή του 3ου Μνημονίου και έπειτα. Όχι τόσο σε επίπεδο δημόσιας τοποθέτησης της κεντρικής παράταξης, αλλά σίγουρα στο επίπεδο της κάθετης συνοχής των δυνάμεων.


Είναι γεγονός, ότι σε κάποια Πρωτοβάθμια κυρίως σωματεία, παρουσιάστηκαν δημόσιες, μεμονωμένες συμπεριφορές που δημιούργησαν σύγχυση τόσο στις ίδιες τις δυνάμεις μας, όσο και στους εργαζόμενους για τη φυσιογνωμία των παρατάξεών μας. Συμπεριφορές που φανερώνουν μια πολιτικο-συνδικαλιστική μετάλλαξη, πολύ μακριά από τις δομικές αρχές του συνδικαλιστικού κινήματος, όπως οι βασικές αρχές της Αριστεράς τις οριοθετούν.


Είναι απαραίτητη η απομόνωση όλων εκείνων που θολώνουν την εικόνα. Όσων επιχειρούν μέσα από τις γραμμές της συνδικαλιστικής Ριζοσπαστικής Αριστεράς να περάσουν στους εργαζόμενους την αντίληψη πως η σύγκρουση (όπως την εννοούν) με τους εργοδότες μπορεί είναι μια αυτοτελής συνθήκη, αποκλείοντας την απαραίτητη σύγκρουση με τις κυβερνήσεις που εφοδιάζουν με τα μνημονιακά εργαλεία την εργοδοσία. Πολύ απλά, οι λογικές αυτές είναι επικίνδυνες για την αγωνιστική παρακαταθήκη ενός κόσμου που ρίχτηκε αδιαπραγμάτευτα στη μάχη ενάντια στα δύο (2) πρώτα μνημόνια. Δημιουργείται μια de facto προβληματική γείωση με τη βάση των εργαζομένων, από τη στιγμή που η κεντρική εκφώνηση κινείται σε μία συγκεκριμένη γραμμή, ενώ μεμονωμένες φιλοκυβερνητικές φωνές δίνουν μια εντελώς άλλη «μάχη». Αυτές οι ρητορικές πρέπει ούτως ή άλλως να καταπολεμηθούν γιατί εξασθενίζουν και απαξιώνουν τα συνδικάτα. Όχι να τους δίνεται και θέση στην Αριστερά…


Για όσους επιμένουν σε αυτή τη λογική, υπάρχει έτοιμος, οργανωμένος συνδικαλιστικός χώρος (ΠΑΣΚΕ) με τεράστια εμπειρία στην αναπαραγωγή κυβερνητικού εφησυχασμού και κοινωνικής υποχώρησης, μπροστά στο πολιτικά «απροσδιόριστο» κακό. Είναι εκτίμηση του υπογράφοντος, παρά τους επικοινωνιακούς διαξιφισμούς μεταξύ στελεχών της Κυβέρνησης και ηγεσίας της ΓΣΕΕ, ότι ο κεντρικός σχεδιασμός στα ανώτατα κλιμάκια της Κουμουνδούρου και του Μαξίμου, είναι η αργά ή γρήγορα συνδικαλιστική συμπόρευση με τον Παναγόπουλο, ή τους διαδόχους του.


Από δω και στο εξής, είναι υποχρεωτική η από κάτω προς τα πάνω ενίσχυση της συλλογικής διαδικασίας των δυνάμεών της συνδικαλιστικής Αριστεράς. Είναι υποχρεωτική η περαιτέρω εμπλοκή των δυνάμεων της επισφαλούς εργασίας στην παραγωγή θέσεων και κινηματικής διαδικασίας. Χρειαζόμαστε γρήγορα ένα μοντέλο νέας αφήγησης, που θα περιλαμβάνει στην κεντρική του διεκδικητική στόχευση τους «εκτός των τειχών» και τους ανέργους. Το ότι η ΓΣΕΕ εκπροσωπεί μόλις το 13% του συνόλου του κόσμου της εργασίας, είναι γνωστό. Ότι η ηγεσία της αδιαφορεί για την ένταξη των υπολοίπων, επίσης. Εδώ λοιπόν εντοπίζεται η δική μας υποχρέωση, αφού η σπασμωδική και κατά περίπτωση δράση, κινδυνεύει να συνθλιβεί μπροστά στον πολτοποιητή των μνημονίων.


Μεταξύ άλλων, το ΜΕΤΑ ιδρύθηκε με την προοπτική της εγκόλπωσης (και άρα της ανάδειξης) του κόσμου «εκτός των τειχών». Μέχρι σήμερα, η οργανωτική του διασύνδεσή με αυτόν τον κόσμο είναι είτε ανύπαρκτη, είτε υποτυπώδης. Είναι αυτός ο κόσμος όμως, που μπορεί να οριοθετήσει ξανά το στόχο της εργατικής διεκδίκησης. Οι νέες και νέοι εργαζόμενες/οι των voucher, του part time, του εργολαβικού δανεισμού, του επισιτισμού, που δουλεύουν στα κατώτερα όρια (ή και κάτω απ’ αυτά) της εργατικής νομοθεσίας. Είναι αυτός ο κόσμος που πρέπει να οργανωθεί και να επανατοποθετήσει την ανάγκη του κόσμου της εργασίας για νίκες.


Συνδικαλιστική Αριστερά & κόμμα

Η Αριστερά, σε κάθε πεδίο άσκησης πολιτικής, οφείλει να είναι ο συμβολισμός και η πρότασή της. Οφείλει να είναι η αδιαπραγμάτευτη απάντηση απέναντι στην καταστροφική ανάθεση στους από πάνω. Είναι το συμπυκνωμένο συναίσθημα της υποχρεωτικής πάλης απέναντι σε κάθε τι που επιχειρεί να αναλάβει το ρόλο του αμορτισέρ ανάμεσα στον εργαζόμενο/εργάτη και την εργοδοσία. Η πραγματικά Ριζοσπαστική Αριστερά στα συνδικάτα οφείλει να είναι ο εναλλακτικός δρόμος ανάμεσα στον απροκάλυπτο εργοδοτικό - κρατικό - κυβερνητικό συνδικαλισμό και τον παραλυτικό σεχταρισμό του ΠΑΜΕ.


Σε αυτή τη λογική, κομματικές επιδιώξεις (από οπουδήποτε) δε μπορούν να χωρέσουν. Είναι άλλο ζήτημα η συμπόρευση των δυνάμεων της εργασίας με ένα πολιτικό σχέδιο υπεράσπισης των εργασιακών δικαιωμάτων και σύγκρουσης με το Κεφάλαιο, και είναι εντελώς διαφορετική η λογική των ανοιχτών θυρών στον πολιτικό φορέα. Είναι άλλο ζήτημα η επαναφορά της πολιτικής στα συνδικάτα και άλλο ο κίνδυνος μιας ανακυκλούμενης ιδρυματοποίησης μεταξύ συνδικάτου – κόμματος.


Η επανάληψη της επικίνδυνης και αντιλειτουργικής αντίληψης των κομματικών - τασικών συσχετισμών στο εσωτερικό της συνδικαλιστικής συλλογικότητας, νομοτελειακά θα λειτουργήσει ως μήτρα αναπαραγωγής μιας ιδιότυπης αριστερής γραφειοκρατίας. Χρειαζόμαστε ένα συνδικαλιστικό μοντέλο που δεν θα το τραβά ο πολιτικός φορέας απ’ το μανίκι, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Που θα βιώνει την εργασιακή πραγματικότητα και έτσι θα αρθρώνει με ταξική μονομέρεια τα εργατικά/κοινωνικά αιτήματα και θα τα υποδεικνύει ως καθήκον στον εκάστοτε πολιτικό φορέα. Και αυτό είναι πια ξεκάθαρο.


Οργάνωση, λογοδοσία, αλληλεγγύη, δημοκρατία, αξιοκρατία, κάθετη και ενιαία δράση. Αυτά χρειαζόμαστε.


*Ο Αντώνης Καββαδίας είναι συνδικαλιστής στη Eurobank, μέλος του Δ.Σ. του Συλλόγου Εργαζομένων ΤΤ – Eurobank, μέλος του Γ.Σ. ΜΕΤΑ & της Ριζοσπαστικής Παρέμβασης στην ΟΤΟΕ