Απόψεις

Το «μικρότερο κακό» είναι η αιτία του «κακού»

06/05/2017

Συνέντευξη με τον Εμιλιάνο Μπρανκάτσο | 05.05.2017

Γιατί δεν θα ψηφίσω Μακρόν για ν' αναχαιτίσω τη Λεπέν

Ο Εμι­λιά­νο Μπραν­κά­τσο είναι ένας από τους επι­φα­νέ­στε­ρους οι­κο­νο­μο­λό­γους στην Ιτα­λία, αλλά συ­νά­μα και μία από τις ση­μα­ντι­κό­τε­ρες προ­σω­πι­κό­τη­τες της Αρι­στε­ράς στη Χερ­σό­νη­σο.  Η γνώμη του, αν και σε πολλά ση­μεία αι­ρε­τι­κή, έχει με­γά­λη βα­ρύ­τη­τα για όσους επι­θυ­μούν να κα­τα­νο­ή­σουν πολλά φαι­νό­με­να που συμ­βαί­νουν τόσο στην Ιτα­λία όσο και στο εξω­τε­ρι­κό. Γι’ αυτό κι η γνώμη του για τον β’ γύρο των γαλ­λι­κών προ­ε­δρι­κών εκλο­γών μετρά ιδιαί­τε­ρα.

Σε πρό­σφα­τη συ­νέ­ντευ­ξή του στο πε­ριο­δι­κό «L’ Espresso», ο Μπραν­κά­τσο –ει­ση­γη­τής της θε­ω­ρί­ας για το «ευ­ρω­παϊ­κό αντα­πο­δο­τι­κό πρό­τυ­πο»– γι’ άλλη μία φορά ξαφ­νιά­ζει, παίρ­νο­ντας απο­στά­σεις από άλ­λους, Γάλ­λους, ή λοι­πούς Ευ­ρω­παί­ους, αρι­στε­ρούς δια­νοη­τές κ.λπ., εκ­φρά­ζο­ντας τη θέση να μην ψη­φί­σουν οι αρι­στε­ροί ψη­φο­φό­ροι στον β’ γύρο υπέρ του κε­ντρώ­ου υπο­ψη­φί­ου Εμα­νου­έλ Μα­κρόν για να απο­φευ­χθεί η κα­τά­κτη­ση της προ­ε­δρί­ας από την ακρο­δε­ξιά Μαρίν Λεπέν.

Στην ερώ­τη­ση του «Espresso» εάν πραγ­μα­τι­κά δεν θα πή­γαι­νε να ψη­φί­σει Μα­κρόν για να εμπο­δί­σει την Λεπέν, ο Μπραν­κά­τσο απα­ντά κα­τα­φα­τι­κά, το­νί­ζο­ντας: «Όποιος από την Αρι­στε­ρά καλεί τους ψη­φο­φό­ρους να ψη­φί­σει βάσει της αρχής “το μη χεί­ρον βέλ­τι­στον”, ή του “μι­κρό­τε­ρου κακού” δεν μοιά­ζει να κα­τα­νο­εί πως στις συν­θή­κες στις οποί­ες βρι­σκό­μα­στε το “μι­κρό­τε­ρο κακό” είναι η αιτία του “κακού”. Η Λεπέν κι οι επί­γο­νοί της είναι μεν νο­ση­ρά συμ­πτώ­μα­τα, αλλά είναι ο Μα­κρόν εκεί­νος που απο­τε­λεί την πο­λι­τι­κή νόσο της Ευ­ρώ­πης. Το να επι­λέ­ξεις τον έναν για να αντι­τα­χθείς στην άλλη απο­τε­λεί μία αντί­φα­ση εν όροις».

Κλη­θείς να εξη­γή­σει κα­λύ­τε­ρα τη θέση του, ο γνω­στός οι­κο­νο­μο­λό­γος το­νί­ζει: «Ο Μα­κρόν εν­σαρ­κώ­νει την ακραία προ­σπά­θεια του γαλ­λι­κού κα­πι­τα­λι­σμού να αυ­ξή­σει την αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα, να αυ­ξή­σει τα κέρδη και να μειώ­σει τα χρέη του για να ξα­ναϊ­σορ­ρο­πή­σει τις σχέ­σεις δύ­να­μης με τη Γερ­μα­νία και να στα­θε­ρο­ποι­ή­σει το σύμ­φω­νο με­τα­ξύ των δύο χωρών επί του οποί­ου εδρά­ζε­ται η ΕΕ. Πέρα από τα συν­θή­μα­τα, σε πε­ρί­πτω­ση νίκης του ο Μα­κρόν θα επι­χει­ρή­σει να εκ­με­ταλ­λευ­θεί την κα­τάρ­ρευ­ση των σο­σια­λι­στών και τη με­τα­τό­πι­ση προς τα δεξιά του άξονα της κοι­νο­βου­λευ­τι­κής πλειο­ψη­φί­ας για να προ­ω­θή­σει τις με­ταρ­ρυθ­μί­σεις που αξιώ­νουν οι Γάλ­λοι επι­χει­ρη­μα­τί­ες, τις οποί­ες κατά τη γνώμη τους ο Φραν­σουά Ολάντ επι­χεί­ρη­σε να πραγ­μα­τώ­σει με βρα­δύ­τη­τα. Για να δώ­σου­με ένα πα­ρά­δειγ­μα, ο Μα­κρόν δεν έχει κρύ­ψει ποτέ πως ένα από τα συ­στα­τι­κά της προ­ε­δρι­κής του πο­λι­τι­κής θα είναι ένας νέος νόμος για τα ερ­γα­σια­κά, που θα προ­ω­θεί ακόμη πιο πολύ την ευ­ε­λι­ξία και την προ­σω­ρι­νό­τη­τα στην ερ­γα­σία από τον “Νόμο για την Ερ­γα­σία” του Ολάντ. Η κί­νη­σή του επο­μέ­νως θα επι­βα­ρύ­νει ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο τους ερ­γα­ζο­μέ­νους και τα πιο αδύ­να­μα στοι­χεία της κοι­νω­νί­ας. Η απάτη στην πε­ρί­πτω­ση αυτή συ­νί­στα­ται στο γε­γο­νός ότι η πο­λι­τι­κή του θα τρο­φο­δο­τή­σει και στη Γαλ­λία τους υφε­σια­κούς εκεί­νους μη­χα­νι­σμούς που έχουν κα­τα­στρέ­ψει τη ζή­τη­ση και της πα­ρα­γω­γι­κή βάση στην υπό­λοι­πη νότια Ευ­ρώ­πη. Στο τέλος τέλος, ο Μα­κρόν δεν πρό­κει­ται να επι­τύ­χει ούτε τον βα­θύ­τε­ρο στόχο του, που είναι να επα­νι­σορ­ρο­πή­σει τις οι­κο­νο­μι­κές σχέ­σεις με τη Γερ­μα­νία και να στα­θε­ρο­ποι­ή­σει το ευ­ρω­παϊ­κό πο­λι­τι­κό πλαί­σιο. Όποιος σή­με­ρα επι­λέ­ξει να ψη­φί­σει Μα­κρόν θα πρέ­πει να θυ­μά­ται πως τάσ­σε­ται ανα­φαν­δόν υπέρ μίας μη κοι­νω­νι­κής πο­λι­τι­κής, η οποία επι­πλέ­ον θα απο­δει­χθεί απο­τυ­χη­μέ­νη ως προς τους ίδιους της τους στό­χους. Δεν θα πρέ­πει λοι­πόν να ξαφ­νια­στού­με εάν κα­τό­πιν ανοί­ξουν πε­ρισ­σό­τε­ρες δί­ο­δοι συ­ναί­νε­σης των ερ­γα­ζο­μέ­νων με πο­λι­τι­κές που θα έχουν ακόμη πιο έντο­να εθνι­κι­στι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά, στα όρια του νε­ο­φα­σι­σμού».

Όταν η ερώ­τη­ση στρέ­φε­ται στα δι­καιώ­μα­τα και τις ελευ­θε­ρί­ες, που ο Μα­κρόν μοιά­ζει να εγ­γυά­ται σε αντί­θε­ση με την Λεπέν, η οποία που  απο­τε­λεί μία σαφή απει­λή για αυτά, ο Μπραν­κά­τσο υπεν­θυ­μί­ζει: «Είναι πε­ρισ­σό­τε­ρο βάσει αυτής της ασά­φειας (ανά­με­σα στο ποιες δυ­νά­μεις υπε­ρα­σπί­ζουν ελευ­θε­ρί­ες και δι­καιώ­μα­τα και ποια είναι τα αντι­δρα­στι­κά κι­νή­μα­τα) που κά­νου­με λάθος. Η ιστο­ρία μας δι­δά­σκει πως τα κοι­νω­νι­κά δι­καιώ­μα­τα και τα πο­λι­τι­κά δι­καιώ­μα­τα προ­ο­δεύ­ουν μαζί. Το να υπο­στη­ρί­ζου­με έναν υπο­ψή­φιο που θέλει να εκ­χω­ρή­σει κά­ποια κοι­νω­νι­κά δι­καιώ­μα­τα σε αντάλ­λαγ­μα για υπο­τι­θέ­με­νη πρό­ο­δο σε ορι­σμέ­να άλλα πο­λι­τι­κά δι­καιώ­μα­τα είναι εν τέλει ένας τρό­πος για να επι­τρέ­που­με σε αντι­δρα­στι­κά κι­νή­μα­τα να συ­νε­χί­σουν να προ­ση­λυ­τί­ζουν πι­στούς από τα ασθε­νέ­στε­ρα κοι­νω­νι­κά στρώ­μα­τα, με μα­κρο­πρό­θε­σμα αρ­νη­τι­κές συ­νέ­πειες για τις ίδιες τις κα­τα­κτή­σεις στο θέμα των ατο­μι­κών ελευ­θε­ριών».

Όταν ο δη­μο­σιο­γρά­φος πα­ρα­τη­ρεί πως το Γαλ­λι­κό ΚΚ έσπευ­σε ωστό­σο να δώσει τη στή­ρι­ξή του στον Μα­κρόν, ο Μπραν­κά­τσο απα­ντά: «Είναι μία τα­κτι­κή κί­νη­ση από ένα κόμμα που επι­διώ­κει να επω­φε­λη­θεί από την κα­τάρ­ρευ­ση των Σο­σια­λι­στών για να κερ­δί­σει κά­ποια δύ­να­μη. Μου φαί­νε­ται ως μία βρα­χυ­πρό­θε­σμα επω­φε­λής κί­νη­ση, που οι Γάλ­λοι κομ­μου­νι­στές κιν­δυ­νεύ­ουν να πλη­ρώ­σουν ακρι­βά όταν ο Μα­κρόν απο­κα­λύ­ψει το αλη­θι­νό πρό­σω­πο της “εκ­συγ­χρο­νι­στι­κής” πο­λι­τι­κής του».

Στην ερώ­τη­ση εάν με αυτή τη θέση του αμ­φι­σβη­τεί τη ρε­που­μπλι­κα­νι­κή και αντι­φα­σι­στι­κή πα­ρά­δο­ση της Γαλ­λί­ας, ο Ιτα­λός οι­κο­νο­μο­λό­γος απα­ντά πως οι ηγέ­τες της Γαλ­λί­ας θα έπρε­πε να δια­βά­σουν πιο προ­σε­κτι­κά κά­ποιες συν­θή­κες: «Εγώ θα πρό­τει­να» συ­νε­χί­ζει, «να ρί­ξουν μία ματιά σε μία επι­στο­λή του οι­κο­νο­μο­λό­γου Πιέρο Σράφα στον Αντό­νιο Γκράμ­σι, εν μέσω της κυ­ριαρ­χί­ας του φα­σι­σμού το 1924. Σε αυτήν την επι­στο­λή, ο Σράφα έθιγε την ανα­γκαιό­τη­τα σε πρώτο χρόνο μίας «αστι­κής επα­νά­στα­σης» με αντι­φα­σι­στι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά, και διέ­βλε­πε μόνον σε υστε­ρό­τε­ρο χρόνο οποια­δή­πο­τε προ­ο­πτι­κή για μία ερ­γα­τι­κή πο­λι­τι­κή κι­νη­το­ποί­η­ση. Ο Γκράμ­σι, που σε γε­νι­κές γραμ­μές εκτι­μού­σε τον Σράφα, σε εκεί­νην την πε­ρί­πτω­ση στη­λί­τευ­σε τη θέση που υιο­θε­τού­σε ο φίλος του, χα­ρα­κτη­ρί­ζο­ντάς την ως μία κλη­ρο­νο­μιά της φι­λε­λεύ­θε­ρης εκ­παί­δευ­σής του, δηλ. κα­νο­νι­στι­κού και κα­ντια­νού πε­ριε­χο­μέ­νου, αντί της μαρ­ξι­κής και της δια­λε­κτι­κής. Σαφώς το δίκιο το είχε ο Γκράμ­σι. Εξί­σου σή­με­ρα, αν και σε συν­θή­κες λι­γό­τε­ρο τρα­γι­κές από εκεί­νης της επο­χής, μπο­ρού­με να εξά­γου­με ένα βα­σι­κό δί­δαγ­μα από την ανταλ­λα­γή αυτών των επι­στο­λών: μπο­ρείς να θέ­σεις τις βά­σεις για την οι­κο­δό­μη­ση μιας αξιό­πι­στης αρι­στε­ρής δύ­να­μης μόνον όταν θα έχεις φέρει εις πέρας μία μακρά κι επί­πο­νη επε­ξερ­γα­σία μίας αυ­τό­νο­μης αντί­λη­ψης για την ερ­γα­σία απέ­να­ντι σε αυτήν που επι­βάλ­λουν οι κρα­τού­σες ηγε­μο­νι­κές δυ­νά­μεις. Η δια­πά­λη ανά­με­σα στα κόμ­μα­τα που εκ­προ­σω­πούν το “κα­τε­στη­μέ­νο” των συμ­φε­ρό­ντων του ευ­ρω­παϊ­κού με­γά­λου κε­φα­λαί­ου και τις μι­κρο­α­στι­κές δυ­νά­μεις με εθνι­κι­στι­κό προ­σα­να­το­λι­σμό πέ­πρω­ται να διαρ­κέ­σει ακόμη επί μα­κρόν. Το χει­ρό­τε­ρο που μπο­ρεί να κάνει σε τού­την την ιστο­ρι­κή φάση μία αρι­στε­ρή δύ­να­μη είναι να θέσει σε εφαρ­μο­γή την πο­λι­τι­κή που κά­πο­τε την ονο­μά­ζα­με codismo (πο­λι­τι­κή “ουράς”, δε­κα­νι­κιού). Είτε να συ­νει­σφέ­ρει στη μία, είτε στην άλλη πο­λι­τι­κή άποψη, σε ρόλο υπο­τε­λούς-υπο­ζυ­γί­ου, που μόνον βλά­βες μπο­ρεί να συσ­σω­ρεύ­σει στη μελ­λο­ντι­κή φήμη και προ­ο­πτι­κές του. Η μο­να­δι­κή ευ­και­ρία που μπο­ρεί να δώσει εκ νέου φωνή στις δυ­νά­μεις της κοι­νω­νί­ας και της ερ­γα­σί­ας, μπαί­νο­ντας ως σφήνα στη σύ­γκρου­ση συμ­φε­ρό­ντων με­τα­ξύ με­γά­λου και μι­κρού κε­φα­λαί­ου, είναι να οι­κο­δο­μή­σουν μία σαφή δια­λε­κτι­κή εναλ­λα­κτι­κή λύση απέ­να­ντι σε τού­τες τις δύο πο­λι­τι­κές επι­λο­γές».

Ερω­τώ­με­νος εάν αυτή η εναλ­λα­κτι­κή λύση δεν θα προ­βλέ­πει ποτέ συμ­φω­νί­ες, συμ­μα­χί­ες και τα­κτι­κές συ­γκλί­σεις, ο Μπραν­κά­τσο υπεν­θυ­μί­ζει: «Ένας βα­σι­κός κα­νό­νας για την “τα­κτι­κή” αυτή είναι πως μπο­ρείς ακόμη και να φα­ντα­σθείς μία συμ­φω­νία με τον διά­βο­λο, αλλά με τη μόνη προ­ϋ­πό­θε­ση ότι από αυτήν μπο­ρείς να βγεις δυ­να­τό­τε­ρος (…) Αλλά στην πα­ρού­σα ιστο­ρι­κή φάση όλα είναι δια­φο­ρε­τι­κά: για μένα οι συ­γκλί­σεις αυτές είναι αυ­το­κα­τα­στρο­φι­κές. Το να κα­λείς σε ψήφο υπέρ του Μα­κρόν είναι αυ­το­κα­τα­στρο­φι­κό».

Όταν του υπο­γραμ­μί­ζε­ται πως σε πε­ρί­πτω­ση που κερ­δί­σει η Λεπέν κι αυτός που έχει κα­λέ­σει τους Γάλ­λους αρι­στε­ρούς σε αποχή, κιν­δυ­νεύ­ει να χα­ρα­κτη­ρι­σθεί «Κακός Δά­σκα­λος», ως υπεύ­θυ­νος για τη νίκη του φα­σι­σμού, ο Ιτα­λός οι­κο­νο­μο­λό­γος αντι­τεί­νει: «Οι δυ­νη­τι­κά νεο-φα­σι­στι­κές δυ­νά­μεις μπο­ρούν να καυ­χώ­νται ήδη για μία ση­μα­ντι­κή νίκη: αλ­λά­ζουν ήδη τον τρόπο που σκέ­πτο­νται οι ευ­ρω­παϊ­κοί λαοί. Με τις μι­κρές μου δυ­νά­μεις, την ώρα που άλλοι υπο­τι­θέ­με­νοι “Δά­σκα­λοι” σπεύ­δουν να την κο­λα­κεύ­σουν και να την κα­να­κέ­ψουν, εγώ μά­χο­μαι από καιρό ενά­ντια στην αύ­ξου­σα οπι­σθο­δρο­μι­κή και φα­σι­στοει­δή κουλ­τού­ρα, η οποία κα­τα­κτά όλο και πε­ρισ­σό­τε­ρο χώρο από αυτόν που οι εκλο­γι­κές δυ­να­μι­κές πα­ρου­σιά­ζουν απλώς. Θα πρέ­πει να κα­τα­νο­ή­σου­με πως ακόμη κι αν δεν κερ­δί­ζουν τις εκλο­γές τα εθνι­κι­στι­κά και ξε­νο­φο­βι­κά κόμ­μα­τα, ήδη καλ­λιερ­γούν μία πραγ­μα­τι­κή κι ου­σιώ­δη ηγε­μο­νία. Το Σέ­γκεν κα­ταρ­ρέ­ει, η πο­λι­τι­κή για την ασφά­λεια επι­κρα­τεί, ο κοι­νο­βου­λευ­τι­σμός όλο και πε­ρισ­σό­τε­ρο πε­ριέρ­χε­ται σε κρίση. Τα λε­γό­με­να κόμ­μα­τα του “κα­τε­στη­μέ­νου” εν­σω­μα­τώ­νουν όλο και πε­ρισ­σό­τε­ρο στο πρό­γραμ­μά τους τμή­μα­τα από το αντί­στοι­χο των ακρο­δε­ξιών κομ­μά­των. Σε ορι­σμέ­νες επι­λο­γές τους, οι πο­λι­τι­κοί ορ­γα­νι­σμοί μου φαί­νο­νται να κα­θο­ρί­ζο­νται πε­ρισ­σό­τε­ρο από την ατζέ­ντα αυτών των κομ­μά­των παρά από τους τε­χνο­κρά­τες των Βρυ­ξελ­λών. Πραγ­μα­τι­κά, υπάρ­χει κά­ποιος που αυ­τα­πα­τά­ται ότι θα κα­τα­φέ­ρει να αντι­με­τω­πί­σει  αυτήν την υπέ­ρο­γκη μαύρη πλημ­μυ­ρί­δα, που θα διαρ­κέ­σει χρό­νια πολλά, με τον βρα­δυ­φλε­γή φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό του Μα­κρόν, με την πο­λι­τι­κή του πρό­τα­ση που είναι αντί­πα­λη στις δυ­νά­μεις της κοι­νω­νί­ας και της ερ­γα­σί­ας; Είναι μία τρελή αυ­τα­πά­τη».

Όταν του το­νί­ζε­ται πως αυτή τη φορά κα­νείς δε θα συμ­φω­νή­σει μαζί του, ο Μπραν­κά­τσο κα­τα­λή­γει: «Το φα­ντά­ζο­μαι. Ήδη βλέπω δύο σει­ρές “αρι­στε­ρών” ανα­λυ­τών. Μία μα­κριά σειρά που θα συ­νί­στα­ται από εκεί­νους που θα σπεύ­σουν να δη­λώ­σουν τη στή­ρι­ξή τους στον νεαρό δελ­φί­νο του πιο οπι­σθο­δρο­μι­κού οι­κο­νο­μι­κού φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού και άλλη μία, πιο μικρή, με εκεί­νους που δεν θα στέρ­ξουν να κρύ­ψουν τη στή­ρι­ξή τους στην κυρία, φα­σί­στρια υπο­ψή­φια, για το Μέ­γα­ρο των Ηλυ­σί­ων. Ει­λι­κρι­νά θλί­βο­μαι και για τους μεν και για τους δε».

ΓΒΔ

Πηγή: L’ Espresso

αναδημοσίευση από https://rproject.gr/