Απόψεις

Saudade και ποδοσφαιρική βιομηχανία

31/01/2016

El Balador

Στην πορτογαλική γλώσσα η λέξη saudade, δεν μεταφράζεται ακριβώς στα ελληνικά, περιγράφει τη νοσταλγία, τη λαχτάρα για κάποιο πρόσωπο ή κάποια κατάσταση που μπορεί να χάθηκε ή είναι αδύνατο να υπάρξει άμεσα ή μπορεί και να μην υπάρξει ποτέ. Περιγράφει την αίσθηση της απουσίας και του ανολοκλήρωτου, θα μπορούσαμε αλλιώς να πούμε.

Η μελαγχολία του saudade είναι βασικό χαρακτηριστικό της κουλτούρας των Βραζιλιάνων. Μάλιστα οι Βραζιλιάνοι γιορτάζουν το saudade στις 30 Ιανουαρίου. Πως επηρεάζει το saudade το ποδόσφαιρο; Δε θα μπορούσε να μην το κάνει καθώς η μεγαλύτερη  «παραγωγός» χώρα ποδοσφαιρικών ταλέντων είναι η Βραζιλία. Επιπλέον στη συνείδηση πολύ μεγάλου μέρους του ποδοσφαιρικού κόσμου η Βραζιλία θεωρείται ένας τόπος και μια κουλτούρα συνυφασμένη με το ποδόσφαιρο ως τρόπο ζωής.

Η σύνδεση της καθημερινής ζωής των Βραζιλιάνων με το ποδόσφαιρο και οι εθνικές και συλλογικές επιτυχίες τους σε διεθνείς ποδοσφαιρικές οργανώσεις παράλληλα με την παγκόσμια βιομηχανοποίηση του αθλήματος μετέτρεψαν την Βραζιλία σε μια τεράστια ποδοσφαιρική βιομηχανία. Η διαφθορά και η ανοργανωσιά με τη σειρά τους κατέστησαν επισφαλή μια επαγγελματική καριέρα στο ποδόσφαιρο για τον φτωχό Βραζιλιάνο. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι ποδοσφαιριστές να αναζητούν επαγγελματική διέξοδο και καλύτερες συνθήκες ζωής σε ένα οποιοδήποτε μέρο του ανεπτυγμένου κόσμου και να αποτελούν εν τέλει ένα εξαγώγιμο προϊόν. Την ίδια ώρα, όπως σημείωνε χαρακτηριστικά ο μεγάλος Socrates, η εθνική ομάδα αποτελεί μια «βιτρίνα του καταστήματος.

Το όνειρο διεξόδου από μια φτωχή ζωή έγινε πραγματικότητα μέσα από το ποδόσφαιρο για πολλά παιδά από τις φαβέλες του Ρίο που το όνομα τους έγινε γνωστό στα πέρατα του κόσμου όπως οι Jairzinho, Zico, Romario, Ronaldo κι ενίσχυσαν την πεποίθηση των ποδοσφαιρόφιλων ότι αυτή η χώρα από την εποχή του Πελέ συνεχίζει να βγάζει τα μεγαλύτερα ταλέντα.

Η πληθώρα στις μετακινήσεις Βραζιλιάνων παικτών στα ευρωπαϊκά club αποκάλυψε όμως κι ένα άλλο φαινόμενο, την αποτυχία των μεγάλων προσδοκιών από πολλούς ποδοσφαιριστές. Περιπτώσεις που στοίχησαν εκατομμύρια σε ευρωπαϊκούς συλλόγους όπως οι Edmundo, Denilson, Adailton, Kleberson αποδείχθηκαν πολύ «λίγοι» για τις απαιτήσεις των τεχνικών team και των οπαδών. Επιπλέον κάποιοι που έφτασαν στο υψηλότερο επίπεδο όπως οι Ronaldinho, Romario, Adriano δεν μπόρεσαν να διατηρηθούν για αρκετό καιρό σε αυτό  με την «αποτυχία» τους να συνοδεύεται από σκληρή κριτική για τον τρόπο ζωής και το επίπεδο της επαγγελματικής τους συμπεριφοράς.

Η ποδοσφαιρική συζήτηση ανάλυσης του φαινομένου πηγαίνει συνήθως σε τεχνικά ζητήματα όπως η τακτική, οι άμυνες στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, η ταχύτητα του παιχνιδιού και η φυσική κατάσταση που απαιτεί και άλλα. Μια άλλη προσέγγιση αναφέρεται σ το saudade. Σε όλους τους προαναφερόμενους παρατηρήθηκε η νοσταλγία για τις μέρες τους στην πατρίδα Βραζιλία. Ο Edmundo άντεξε μισή σεζόν κι ενώ η Fiorentina  είχε εκπληκτική πορεία και ήταν έτοιμη να κατακτήσει το πρωτάθλημα. Ακόμα και αυτοί που πήγαιναν πολύ καλά όπως ο Adriano και ο Ronaldinho έδειξαν στοιχεία κακής επαγγελματικής συμπεριφοράς με περιστατικά «έκλυτου» βίου και μια... ασυνέπεια στις πτήσεις επιστροφής από τις υποχρεώσεις τους με την εθνική ομάδα. Ήταν στην κορυφή του ποδοσφαιρικού κόσμου κι όμως δεν ένιωθαν ευτυχισμένοι. Η επιστροφή τους στα πάτρια ποδοσφαιρικά εδάφη δεν έδειξε να τους ενοχλεί καθόλου, μάλλον θα λεγε κανείς πως τους έκανε πιο ευτυχισμένους, όπως ο μεγάλος Romario θέλησε να έχει τον εαυτό του και γι’ αυτό τον λόγο, κατά δήλωση του, δεν ήθελε μια ζωή προπονήσεων και στερήσεων έστω κι αν αυτό δεν του επέτρεψε να γίνει ακόμα μεγαλύτερος σκόρερ.

Η «αποτυχία» κάποιων ποδοσφαιριστών ή το μη ταίριασμα τους με την ποδοσφαιρική κουλτούρα και τις απαιτήσεις των συλλόγων τους δεν είναι παράξενα σε ένα τόσο εμπορευματοποιημένο και βιομηχανοποιημένο άθλημα. Το παιχνίδι των μάνατζερ και των ΜΜΕ και η πληθώρα των μεταγραφών είναι αναμενόμενο να δημιουργούν εσφαλμένες εντυπώσεις και να προκαλούν λανθασμένες κρίσεις και επιλογές. Θα ήταν λάθος όμως να αγνοούμε το μενταλιτέ και την ιδιοσυγκρασία ανθρώπων από μια διαφορετική κουλτούρα που ζουν το ποδόσφαιρο διαφορετικά ως κομμάτι της συνολικότερης ζωής.

Η saudade είναι μια όμορφη λέξη που υποδηλώνει πως ακόμα και σε έναν κόσμο που το χρήμα δείχνει παντοδύναμο κάποιες επιθυμίες δεν καλύπτονται και κάποιες απουσίες δεν αναπληρώνονται από αυτό ακόμα κι αν είσαι πρώτο όνομα σε κάποιον από τους μεγαλύτερους συλλόγους όπως η Ίντερ ή η Μίλαν. Ή η Γιουβέντους την οποία ο Carlos Tevez (Αργεντίνος αυτός) παράτησε στα 31 του μετά από την καλύτερη σεζόν της καριέρας του μόνο και μόνο επειδή ήθελε να επιστρέψει στο Μπουένος Άιρες και την αγαπημένη του Boca. Μόνο και μόνο για να γυρίσει και να παίζει εκεί.