Επικαιρότητα

Γιατί πρέπει να στηριχτεί η λογική της αριστερής εξόδου του Η.Β από την ΕΕ;

22/06/2016

Νίκος Καπιτσίνης

«Το δημοψήφισμα της γενιάς», όπως το έχουν ονομάσει τα διάφορα στρατόπεδα, πραγματοποιείται την Πέμπτη 23 Ιούνη στο Ηνωμένο Βασίλειο (ΗΒ), το αποτέλεσμα του οποίου στις 7.00 το πρωί της Παρασκευής θα καθορίσει την παραμονή ή την έξοδο του ΗΒ από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ).Είναι ένα δημοψήφισμα το οποίο έρχεται μετά την προεκλογική υπόσχεση του πρωθυπουργού Cameron το 2015. Μια υπόσχεση που δόθηκε υπό την πίεση της ανόδου του ευρωσκεπτικισμού που, αν και έχει ιστορικές ρίζες, εντάθηκε την τελευταία οχταετία στο πλαίσιο της καπιταλιστικής κρίσης που έχει πλήξει και την Βρετανική οικονομία και η οποία αντιμετωπίστηκε τόσο από την κυβέρνηση των Eργατικών όσο και από την κυβέρνηση των Τόρις με διάσωση του τραπεζικού τομέα κι εφαρμογή κολοσσιαίων προγραμμάτων λιτότητας και κατάτμησης του Κράτους Πρόνοιας (νέοι φόροι ακίνητης περιουσίας, καταστροφή και ιδιωτικοποίηση του Εθνικού Συστήματος Υγείας –NHS– και τεράστιες περικοπές στην εκπαίδευση). Τέλος, το δημοψήφισμα δεν μπορεί παρά να μην επηρεαστεί από τη δολοφονία της βουλεύτριας των Εργατικών.

Η σχέση ΗΒ-ΕΕ ιστορικά

Ο ευρωσκεπτικισμός στο ΗΒ έχει υπάρξει ιστορικά έντονος, αφού οι Βρετανικές κυβερνήσεις είχαν αρνηθεί αρχικά το ΗΒ να είναι ιδρυτικό μέλος το 1957, απορρίπτοντας την είσοδο δύο φορές ακόμη, το 1963 και το 1967. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, επί Συντηρητικών και πρωθυπουργίας Edward Heath αποφασίστηκε να εισέλθει στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (τότε). Συγκεκριμένα την. Το 1974 οι Εργατικοί παίρνουν την εξουσία και διοργανώνουν το πρώτο πανεθνικό δημοψήφισμα σχετικά με το θέμα της ΕOK το 1975. Όπως και τώρα, η τότε κυβέρνηση των Εργατικών έκανε διαπραγματεύσεις με την ΕΟΚ και έφερε νέες συνθήκες πριν το δημοψήφισμα. Η κυβέρνηση των Εργατικών καλούσε να ψηφίσει ο κόσμος υπέρ αφού εν μέρει είχαν ικανοποιηθεί τα αιτήματα (κυρίως σχετικά με την Κοινή Αγροτική Πολιτική). Η Βουλή ψήφισε υπέρ της ΕOK (396-170 οι ψήφοι), όπως και τώρα. Οι Εργατικοί, ακόμη και υπουργοί, διασπάστηκαν όσον αφορά την γνώμη για την ΕOK. Σε ένα συνέδριο των Εργατικών τα μέλη του καταψήφισαν με 66% τη συμμετοχή του ΗB στην ΕOK. Τελικά, η πλειοψηφία της κυβέρνησης των Εργατικών και το Συντηρητικό κόμμα της Θάτσερ στήριζαν το ΝΑΙ. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν 67% υπέρ και 33% κατά. Παρόλ’ αυτά, ένα κρίσιμο κομμάτι των Εργατικών, των συνδικάτων και των εργαζομένων ήταν κατά της ΕOK.

Από το 1979 και μετά, όμως, τα πράγματα άλλαξαν ριζικά αφού ο Θατσερισμός θέρισε την εργατική τάξη και μετασχημάτισε συνολικά το κοινωνικοπολιτικό σκηνικό. Πολλοί αριστεροί, εργαζόμενοι, μέλη συνδικάτων αλλά και μέλη των Εργατικών άρχισαν να στηρίζουν την συμμετοχή του ΗΒ στην ΕΕ με την ελπίδα ότι οι πολιτικές της και η νομοθεσία της θα μπλόκαραν τη Θάτσερ και τις μεταρρυθμίσεις της. Οι εξαγγελίες του Ντελόρ για μία “κοινωνική Ευρώπη” έπεισαν ακόμη περισσότερους συνδικαλιστές να δουν με θετική ματιά την ΕΕ. Σε αυτή τη βάση, για κομμάτια της Αριστεράς, η ΕΕ ήταν κι εξακολουθεί να είναι ένας πυλώνας προστασίας απέναντι στη συνεχή υποβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης στο ΗΒ. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Η ΕΕ έχει πρωτοστατήσει στην ενορχήστρωση της επίθεσης στις ζωές και τα δικαιώματα των εργαζομένων και στην ολοκληρωτική διάλυση και πλήρη αναδιάρθρωση της οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης ολόκληρων χωρών, ειδικά στα πλαίσια της αντιμετώπισης της τωρινής δομικής κρίσης του καπιταλισμού.

Τα στρατόπεδα

Έτσι, ερχόμαστε αντιμέτωποι με το δεύτερο δημοψήφισμα σχετικά με την συμμετοχή του ΗΒ στην ΕΕ. Πολύ πριν από την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος, το ρεύμα του ευρωσκεπτικισμού είχε δυναμώσει στο ΗΒ με την συντηρητική και ρατσιστική αντίληψη να είναι κυρίαρχη, όπως και σε άλλες χώρες στη μετά-κρίσης περίοδο. Το Κόμμα της ανεξαρτησίας του ΗΒ (UKIP) έχει κυριαρχήσει στο ευρωσκεπτικιστικό πεδίο, εκμεταλλευόμενο την ανεπάρκεια της αριστεράς να μιλήσει για την ΕΕ. Τα επιχειρήματά του είναι σχετικά με την μετανάστευση, εστιάζοντας στους μετανάστες από την Ανατολική Ευρωπαϊκή Ένωση – Βουλγαρία, Ρουμανία και Πολωνία – βάλλοντας κυρίως κατά των ανειδίκευτων και πιο απροστάτευτων. Παραδοσιακά ζητούσε το ΗΒ εκτός ΕΕ, με κυρίαρχο εθνικό κοινοβούλιο και οραματιζόταν μία νέα Κοινοπολιτεία των Εθνών με πανίσχυρο έθνος-κράτος. Σημαντικό, όμως, είναι ότι το UKIP είναι υπέρ του ελεύθερου εμπορίου και της ελεύθερης αγοράς αλλά κατά της πολιτικής ένωσης των Ευρωπαϊκών κρατών. Οι περισσότεροι ψηφοφόροι του UKIP ανήκουν στην μεσαία κι εργατική τάξη που θέλουν να εκφράσουν την αποδοκιμασία προς τις πολιτικές του Cameron. Από την άλλη, η λογική του UKIP συνεπικουρείται από ένα μεγάλο κομμάτι των Τόρις, τόσο υπουργών-βουλευτών όσο και μελών του κόμματος, συμπεριλαμβανομένου και του πρώην δημάρχου του Λονδίνου, Boris Johnson. Ο Johnson, το 2013, ήταν υπέρ της ΕΕ, ενώ πριν ανακοινώσει την απόφασή του αποκαλύφτηκε ότι είχε γράψει 2 κείμενα, το ένα υπέρ και το άλλο κατά της εξόδου του ΗΒ από την ΕΕ, δείγμα του ότι ο μεγάλος του στόχος είναι η ηγεσία των Τόρις και η πρωθυπουργία, στοχεύοντας στην ήττα το στρατοπέδου της παραμονής και στην παραίτηση του Cameron. Τα δύο αυτά κομμάτια έχουν δημιουργήσει τις δύο συντηρητικές καμπάνιες για την έξοδο, το Leave EU και το Vote Leave.

Από την άλλη το μεγαλύτερο κομμάτι των Τόρις και, κυρίως, των Εργατικών, ειδικά στη Σκωτία, έχουν ταχθεί υπέρ της παραμονής του ΗΒ στην ΕΕ. Πριν ανακοινώσει το δημοψήφισμα ο Cameron, είχε διαπραγματευτεί με τα υπόλοιπα 27 Κράτη-Μέλη της ΕΕ τους όρους παραμονής του ΗΒ, θέτονας 4 αιτήματα. Το πρώτο είναι η μετανάστευση των εργαζομένων. Απαιτεί, λοιπόν, την παύση για 4 έτη του δικαιώματος των μεταναστών από χώρες της ΕΕ για εργασιακά επιδόματα. Το δεύτερο σχετίζεται με το City και την προστασία του, απαιτώντας έναν πιο καθαρό ορισμό της σχέσης των 19 της Ευρωζώνης με τα υπόλοιπα 9 Κράτη Μέλη της ΕΕ με μία λογική οι 19 της Ευρωζώνης να μην μπορούν να αποφασίσουν για θέματα που μπορεί να επηρεάζουν τους υπόλοιπους 9. Τρίτον, απαιτεί ακόμη μεγαλύτερη εστίαση στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας και τη θεσμοθέτηση ενός στόχου για τη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στην οικονομία και στις επιχειρήσεις που δημιουργούνται από την υπερβολική γραφειοκρατία και την μη απορρύθμιση της αγοράς. Τέλος, απαιτεί την εξαίρεση του ΗΒ από μία ακόμη πιο κλειστή ΕΕ, με ταυτόχρονη ενδυνάμωση των εθνικών κοινοβουλίων στη νομοθεσία της ΕΕ. Συμπεραίνεται, επομένως, ότι η σκοπιά αυτή είναι τόσο αντιδραστική για τους εργαζόμενους όσο και αυτή του στρατοπέδου της συντηρητικής εξόδου από την ΕΕ.

Επίσης, τα οικονομικά συμφερόντων του City συμβαδίζουν με την παραμονή στην ΕΕ. Από τη μία δεν θα ήθελαν να έχουν, έστω και μερικώς, κάποιες θεσμικές αλλαγές που προωθεί η Ευρωπαϊκή Τράπεζα και οι Βρυξέλλες. Θα πρέπει να τονιστεί ότι η πλειοψηφία των συναλλαγών στο City γίνεται με ευρώ αλλά το 70% γίνεται σε παγκόσμιο κι όχι Ευρωπαϊκό επίπεδο. Παρόλ’ αυτά είναι η κύρια αγορά στην Ευρώπη για το ευρώ. Από την άλλη, οι παράγοντες του City δεν θέλουν να χάσουν τις Ευρωπαϊκές αγορές. Κορυφαία τραπεζικά στελέχη του ΗΒ θεωρούν πως σε περίπτωση εξόδου θα υπάρξουν πολλές Ευρωπαϊκές τράπεζες οι οποίες θα αποχωρήσουν από το City. Αυτό θα είχε αρνητικό αποτέλεσμα στην κυριαρχία του City στις Ευρωπαϊκές χρηματοπιστωτικές αγορές και στην μεγάλη του μονομαχία με τη Νέα Υόρκη για την πρωτοκαθεδρία σε αυτές. Επίσης, το μεγάλο κομμάτι των μεγαλοεπιχειρηματιών (σε βιομηχανία, εμπόριο και υπηρεσίες), όπως αυτό εκφράζεται από το Confederation of British Industry, είναι υπέρ της ΕΕ αφού το 50% των εμπορικών ροών του ΗΒ γίνεται με χώρες της ΕΕ, στη βάση των ανοιχτών συνόρων. Η ολοκλήρωση της αγοράς, τα ανοικτά σύνορα και η απελευθέρωση του εμπορίου έχουν φέρει από τη μία αύξηση του ανταγωνισμού, αλλά από την άλλη έχουν ανοίξει σε τεράστιο βαθμό τις αγορές για τις επιχειρήσεις αυτές και τις έχουν βγάλει σε μεγάλο βαθμό κερδισμένες.

Η Αριστερά

Παρόλο που από θέση αρχής η πλειοψηφία της ριζοσπαστικής Αριστεράς στο ΗΒ είναι κατά της ΕΕ, η εναντίωση απέναντι σε αυτή την ολοκλήρωση του κεφαλαίου σπάνια προβαλλόταν υπό το φόβο χαρακτηρισμού τους ως ρατσιστές, ακριβώς επειδή είχε κυριαρχήσει ο συντηρητικός λόγος του UKIP. Πιο σημαντικό ακόμη είναι το γεγονός πως η Αριστερά, εγκλωβισμένη σε έναν μόνιμο αντικυβερνητικό και μόνο λόγο, δυσκολευόταν να συνδέσει τις πολιτικές λιτότητας των κυβερνήσεων των Εργατικών και των Τόρις με τις αντιδραστικές ντιρεκτίβες της ΕΕ. Έτσι, αδυνατούσε να συσχετίσει τον αντι-κυβερνητικό αγώνα και την μάχη κατά της λιτότητας με την αντι-ΕΕ πάλη. Ένα κομμάτι της Αριστεράς, κυρίως της ριζοσπαστικής, έκανε την υπέρβαση και ίδρυσε την καμπάνια για την Αριστερή Έξοδο από την ΕΕ (LEXIT) που αναλύεται παρακάτω.

Ένα άλλο κομμάτι της Αριστεράς, κυρίως η ρεφορμιστική και η φιλο-ΕΕ – συμμετέχοντας στο Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, μαζί με το Σύριζα και πιστεύοντας σε μία καλύτερη ΕΕ μέσω της μεταρρύθμισής της –, επέλεξε να προωθήσει τη λογική της παραμονής στην ΕΕ δικαιολογώντας τη στάση της ότι δεν θα ήθελε να ταυτιστεί με το ρατσιστικό λόγο της ρατσιστικής καμπάνιας για την έξοδο.

Το σίγουρο είναι πως τα καθεστωτικά media, τα οποία στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι υπέρ της παραμονής, έχουν προωθήσει τη λογική πως ψήφος για έξοδο σημαίνει ψήφος ρατσιστική και συντηρητική. Η πραγματική εικόνα όμως διαφέρει. Το συμπέρασμα είναι ένα. Στους ψηφοφόρους της παραμονής αλλά και της εξόδου θα συμπεριλαμβάνονται και κομμάτια εργαζομένων που είναι κατά της λιτότητας και υπέρ των μεταναστών και των ανοικτών συνόρων αλλά και κομμάτια της κοινωνίας που εκφράζουν ρατσιστικές απόψεις. Επομένως, και τα δύο στρατόπεδα δεν είναι ομοιογενή.

Ο τρόπος απόφασης των εργαζομένων

Το ερώτημα του δημοψηφίσματος δεν σχετίζεται μόνο με τις συγκεκριμένες συνθήκες διαβίωσης της εργατικής τάξης και της νεολαίας του ΗΒ, αλλά είναι κυρίως συνδεδεμένο με την ίδια τη φύση, την ύπαρξη και τη δομή της ΕΕ, η οποία είναι ένας θεσμός ολοκλήρωσης του Ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Η Ευρωπαϊκή οικονομική ενοποίηση αποτέλεσε την ουσιαστική λύση για το Ευρωπαϊκό κεφάλαιο ώστε να ξεπεράσει την κρίση του 1970 και να επαναφέρει σε αυξητικούς ρυθμούς το ποσοστό κέρδους, υποστηρίζοντας την ίδια στιγμή τα συμφέροντα των μεγάλων οικονομικών σχηματισμών, μέσω τόσο της Ενοποιημένης Αγοράς αλλά και πτυχών πολιτικής ενοποίησης. Επομένως, έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη σοβαρή επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης κι εργασίας της εργατικής τάξης και της νεολαίας και τα τελευταία 40 χρόνια. Για να δούμε τελικά τι είναι πιο θετικό να προκρίνει ο κόσμος της εργασίας, οι νεολαίοι και οι άνεργοι στο ΗΒ, μία συνοπτική αναφορά στον χαρακτήρα της ΕΕ κρίνεται απαραίτητη.

Τα χαρακτηριστικά της ΕΕ

Ξεκινώντας από το πιο πρόσφατο: Παρ' όλη τη διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος εδώ και οκτώ χρόνια, οι εργαζόμενοι συνεχίζουν να πληρώνουν τις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης . Και αυτό δεν αφορά μόνο τις χώρες υπό καθεστώς μνημονίου. Σχεδόν μία δεκαετία μετά την εκδήλωση της κρίσης, οι συνέπειές της πληρώνονται ακόμα από τους εργαζόμενους, τη νεολαία και τους άνεργους. Αυτή είναι η «συλλογική» απάντηση στην κρίση από όλες τις κυβερνήσεις της ΕΕ. Σε αυτή την επίθεση, η Βρετανική κυβέρνηση έχει υπάρξει πρωτοπόρα με τα προγράμματα λιτότητας που εφάρμοσε. Έτσι γίνεται ξεκάθαρο πως η ΕΕ πάντα αντιπροσώπευε εκείνο τον οργανισμό που επιτίθεται χωρίς σταματημό στα εργατικά και δημοκρατικά δικαιώματα. Η συνθήκη της Λισαβόνας προωθεί την πλήρη ελαστικοποίηση της εργασίας στο όνομα της αύξησης της ανταγωνιστικότητας, καταργώντας εργατικά δικαιώματα. Η ελαστική εργασία, η αύξηση της ανταγωνιστικότητας και η δημοσιονομική σταθερότητα, συγκρότησαν τους βασικούς πυλώνες της ΕΕ, ήδη από το 2000.

Οι δομικές μεταρρυθμίσεις και η επίθεση σε εργατικά και δημοκρατικά δικαιώματα είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της ΕΕ, έχοντας υλοποιηθεί στις χώρες του πυρήνα πολύ πριν στραγγίξουν τις οικονομίες και τις κοινωνίες των χωρών της Ευρωπαϊκής περιφέρειας. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές είναι το επίκεντρο των Συνθηκών της ΕΕ, όντας τα βασικά συστατικά της δομής της. Οι οικονομικές ντιρεκτίβες, η καταστροφή των παραγωγικών δομών με την απελευθέρωση του βιομηχανικού και αγροτικού τομέα και οι μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση με στόχο την πλήρη επιχειρηματικοποίηση του πανεπιστημίου, έχουν κοινή αφετηρία: την ίδια τη δομή, τους κανόνες και τις συνθήκες της ΕΕ. Παρόλ’ αυτά, σε πολλά ζητήματα παρατηρήθηκαν απαλλαγές για κάποιες χώρες. Για παράδειγμα, εθνικές κυβερνήσεις, όπως αυτή του ΗΒ, διαπραγματεύτηκαν την εξαίρεση τους από την -ούτως ή άλλως αντεργατική-ρύθμιση των 48 εργάσιμων ωρών την εβδομάδα ώστε να ακολουθήσουν μια ακόμα πιο αντιλαϊκή πολιτική. Επομένως καμία συμφωνία της Ε.Ε. δεν προστατεύει τους εργαζόμενους.

Είναι επίσης πασιφανές ότι η ΕΕ έχει αντι-μεταναστευτικό χαρακτήρα. Οι συνθήκες Δουβλίνο Ι,ΙΙ και ΙΙΙ και η πρόσφατη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας χειροτέρεψαν κατά πολύ τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες που εισέρχονται στην Ευρώπη, εγκαταλείποντας τα κράτη τους που καταστράφηκαν από τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Αυτές οι πολιτικές κλειστών συνόρων της ΕΕ δολοφονούν πρόσφυγες που προσπαθούν να εισέλθουν στα εδάφη της διασχίζοντας τη Μεσόγειο. Πέρα από τους πρόσφυγες πολέμου, οι οικονομικοί μετανάστες είναι στο επίκεντρο της κουβέντας γύρω από την ΕΕ. Από τη μία, το κεφάλαιο, τα εμπορεύματα και οι υπηρεσίες απολαμβάνουν την ελεύθερη κίνηση εντός της ΕΕ. Από την άλλη, οι εργαζόμενοι δεν έχουν τα ίδια προνόμια, αφού η ΕΕ ακολουθεί την αρχή της επιλεκτικής μετανάστευσης, έχοντας σαν αποτέλεσμα τη βαθύτερη εκμετάλλευση των εργατών που τρέπονται σε φυγή από την ευρωπαϊκή περιφέρεια με κατεύθυνση τον πυρήνα της ΕΕ. Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο είναι ότι η ενοποιημένη αγορά έχει καταστρέψει τις παραγωγικές δομές των περιφερειακών χωρών, δίνοντας την ευκαιρία στις μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις να επεκταθούν σε αυτές τις χώρες ή να αναγκάσουν τους κατοίκους τους σε μετανάστευση. Με τον τρόπο αυτό, η ΕΕ και η λειτουργία της συντελούν καθοριστικά ώστε οι μεγάλες επιχειρήσεις να έχουν πρόσβαση σε φθηνό εργατικό δυναμικό.

Η αντιδραστική δομική φύση της ΕΕ που δεν μεταρρυθμίζεται

Συνολικά, η ΕΕ, σαν μια καπιταλιστική ολοκλήρωση, δρα προς όφελος του κεφαλαίου, έχοντας εφαρμόσει πολιτικές διαρκούς λιτότητας και αυταρχικής καταστολής ενώ έχει προωθήσει το ρατσισμό και τις διακρίσεις και στηρίζει το φασισμό με παράλληλη υποβάθμιση των δημοκρατικών λειτουργιών. Είναι λογικό συμπέρασμα, λοιπόν, πώς μέσα στην ΕΕ δεν υπάρχει περιθώριο εφαρμογής πολιτικών που θα ωφελήσουν την εργατική τάξη, δεν υπάρχει πιθανότητα για προστασία στο περιβάλλον και παύση του πολέμου, αφού η ίδια η δομή της ΕΕ δεν επιτρέπει τέτοιες αποκλίσεις. Η φύση και οι πολιτικές της ΕΕ δεν εξαρτώνται από τους πολιτικούς συσχετισμούς με την επικράτηση νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων, διότι οι κανόνες της ΕΕ υπερέχουν των αποφάσεων των κρατών μελών. Είναι θέμα δομικό για την ΕΕ, η οποία σαν μια ολοκλήρωση του κεφαλαίου στηριζόμενη σε πυλώνες, κανόνες και δομές ενάντια στους εργαζομένους, δεν μπορεί να μεταρρυθμιστεί.

Το συμπέρασμα είναι εναντίωση στην ΕΕ κι εν προκειμένου…LEXIT

Επομένως, οι εργαζόμενοι στο ΗΒ, αλλά και σε όλη την ΕΕ, έχουν συμφέρον να παλέψουν κόντρα στην ΕΕ συνολικά αναδεικνύοντας την αντιδραστική της φύση από μία διεθνιστική κι εργατική σκοπιά και όχι από την οπτική των αυτόνομων εθνικών Κρατών και της εθνικής ανάπτυξης, όπως κάνουν τα ευρωσκεπτικιστικά, συντηρητικά κι εθνικιστικά ρεύματα. Με την έννοια αυτή, η πάλη ενάντια στην ΕΕ από την εργατική σκοπιά μπορεί να ανοίξει νέα μονοπάτια για τους εργαζόμενους και τη νεολαία στην Ευρώπη, όντας στενά συνδεδεμένη με την αντι-καπιταλιστική πάλη. Η πάλη ενάντια στην ΕΕ, αν και έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά σε κάθε χώρα, εκφράζει ένα διεθνιστικό εργατικό στόχο που συνδέει την αντικαπιταλιστική, σοσιαλιστική στρατηγική προοπτική με τη διεκδίκηση άμεσων κατακτήσεων βελτίωσης της καθημερινής ζωής.

Σταθμός σε αυτή τη μάχη είναι και το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου στο ΗΒ. Στη βάση όλων των παραπάνω οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, η νεολαία στο ΗΒ, στηρίζοντας την αριστερή καμπάνια για έξοδο από την ΕΕ (LEXIT) θα δώσουν ένα καίριο χτύπημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η συγκεκριμένη καμπάνια δημιουργήθηκε τον Απρίλη του 2016 από 8 οργανώσεις της Αριστεράς στο ΗΒ, οι οποίες ξεπέρασαν αγκυλώσεις του παρελθόντος και τόνισαν πως η ΕΕ δεν είναι η Ευρώπη των λαών και πώς υπάρχει άλλος δρόμος εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι εκδηλώσεις της καμπάνιας σε όλη τη χώρα αγκαλιάστηκαν με ενθουσιασμό από πολλούς εργαζομένους. Η στήριξή της και η ψήφος στην έξοδο από την ΕΕ έχει στόχο την ενίσχυση της αντι-ΕΕ πάλης της αριστεράς και στο ΗΒ, σαν μέρος της διεθνιστικής μάχης για ενδυνάμωση της ενότητας των εργαζομένων κόντρα στο Ευρωπαϊκό κεφάλαιο. Η εργατική τάξη και η νεολαία πρέπει να δουν την αριστερή καμπάνια για έξοδο από την ΕΕ μέσα από την πάλη κόντρα στις πολιτικές λιτότητας της ΕΕ και να συνεχίσουν με καλύτερους όρους την μάχη ενάντια σε όποια κυβέρνηση προκρίνει την κερδοφορία του κεφαλαίου κόντρα στις ζωές των εργαζομένων, μέχρι την οριστική διάλυση της ΕΕ.

Και μετά την 23η Ιουνίου…τι;

Το μέλλον μετά την 23η Ιουνίου δεν είναι προβλέψιμο. Από τη μία, είναι σχεδόν σίγουρο ότι η υποβόσκουσα πολιτική κρίση στο ΗΒ, απόρροια της οικονομικής, θα συνεχιστεί και, λογικά, θα μεγαλώσει. Οι Τόρις είναι ήδη διχασμένο, με πολλά κορυφαία στελέχη και μέλη τους να έχουν υποστηρίξει την έξοδο από την ΕΕ, αλλά δύσκολα θα διασπαστούν, ενώ η μάχη της διαδοχής του Cameron, είτε τώρα είτε το 2019 – στις επόμενες εθνικές εκλογές – έχει ήδη αρχίσει. Οι Εργατικοί, υπό την ηγεσία του Corbyn, δεν έχουν καταφέρει να πείσουν τα πλατιά κομμάτια των εργαζομένων ότι είναι καλύτεροι διαχειριστές από τους Τόρις και η ανάκαμψή τους αναβάλλεται συνεχώς για το μέλλον. Σε πολλές στιγμές της τελευταίας περιόδου, οι Εργατικοί σήκωσαν στους ώμους τους την πρωτοβουλία για την παραμονή στο ΗΒ, και αυτό, ίσως, έχει επιπτώσεις στην περίοδο μετά το δημοψήφισμα, αναλόγως του αποτελέσματος.

Το μόνο σίγουρο είναι πως η μάχη ενάντια στην ΕΕ δεν σταματάει εδώ, αλλά ξεπερνάει το δημοψήφισμα. Με την έννοια αυτή, κρίνεται απαραίτητη η μονιμοποίηση κι εμβάθυνση της ελπιδοφόρας αριστερής καμπάνιας του LEXIT για έξοδο από την ΕΕ. Η καμπάνια αυτή Θα πρέπει να συμβάλει στη σύνδεση της καθημερινής πάλης ενάντια στη λιτότητα, την ανεργία, την καταστροφή των δημοσίων υπηρεσιών, των ιδιωτικοποιήσεων, του ρατσισμού και του φασισμού με τη μάχη κόντρα στην ΕΕ. Η μάχη αυτή δεν θα πρέπει να δοθεί και να συνεχιστεί μόνο στο ΗΒ. Ανάλογες πρωτοβουλίες έχουν παρθεί ήδη στην Ελλάδα («ΔιΕΕξοδος-Πρωτοβουλία Αγώνα για την αποδέσμευση από την ΕΕ») και θα πρέπει να παρθούν σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ, με οργάνωση των εργαζομένων, ανεξαρτήτως της χώρας γέννησης ή διαμονής τους, από τα κάτω, ακολουθώντας δημοκρατικές διαδικασίες. Ο πανευρωπαϊκός συντονισμός και η ενοποίηση των πρωτοβουλιών αυτών θα αποτελέσει πραγματικό σταθμό στην μάχη κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

αναδημοσίευση από : k-lab.zone