Απόψεις

Οι δύο όψεις της εξειδίκευσης: βαδίζοντας προς ένα θαυμαστό νέο κόσμο

10/09/2016

Πάνος Χριστοδούλου

Η έννοια της εξειδίκευσης απασχολεί τις κοινωνικές επιστήμες από την αρχή της βιομηχανικής επανάστασης. Η εμφάνιση των εργοστασίων οδήγησε στην μελέτη της παραγωγής του πλούτου και κατά συνέπεια στη μελέτη της συμπεριφοράς των εργατών στα εργοστάσια της εποχής. Ουσιαστικά αυτή είναι η απαρχή της εμφάνισης της πολιτικής οικονομίας και της διαχείρισης των επιχειρήσεων με κύριους πυλώνες τα έργα του Adam Smith και του Karl Marx, οι μελέτες των οποίων οδήγησαν στην θεμελίωση των συνολικών ιδεολογικών συστημάτων, του καπιταλισμού και του κομμουνισμού αντίστοιχα. Φυσικά τάσεις ως προς την αντιμετώπιση της εργασίας προϋπήρχαν αλλά το  Into the Nature and the causes of the wealth of the nations (Smith, 1973) και το Das Kapital (Marx, 1893) αποτελούν τις πρώτες προσπάθειες για σύνδεση του τρόπου  παραγωγής με την όλη λειτουργία της κοινωνίας.

Αρκετά χρόνια μετά η εξέλιξη της τεχνολογίας έχει διαφοροποιήσει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο παραγωγής ώστε πλέον οι τάξεις όπως ορίστηκαν την περίοδο της βιομηχανικής επανάστασης να απέχουν πολύ από τη σημερινή πραγματικότητα. Πλέον η δημιουργία επιστημόνων και η σύνδεσή τους με την παραγωγή, καθιστούν δυσδιάκριτο τον διαχωρισμό εργαζόμενου και εργάτη. Η ίδια η ανάπτυξη τεχνολογικών κλάδων επέφερε την ανάγκη για κατάρτιση στους σημερινούς εργάτες, ενώ η εμφάνιση κερδοφόρων επιχειρήσεων εκτός εργοστασίων μέσω κυρίως της παροχής υπηρεσιών, κατέστησε ένα κομμάτι του επιστημονικού δυναμικού ως μισθωτό. Τα παραπάνω οδηγούν στην ανάγκη για ανάλυση του φαινομένου της εξειδίκευσης και του προσανατολισμού των νέων τεχνολογιών και γνώσεων προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.

Η πρώτη όψη της εξειδίκευσης

Ο Smith υποστήριξε ότι ο καταμερισμός της εργασίας και η εξειδίκευση οδηγούν σε αυξημένη παραγωγικότητα: κανείς δε μπορεί να εκτελέσει όλες τις εργασίες για να ολοκληρωθεί μια δραστηριότητα, είτε γιατί είναι βιολογικά αδύνατο είτε γιατί εμφανίζονται περιορισμοί στη γνώση. Επομένως είναι πιο αποδοτικό να επιμεριστεί μια γενική δραστηριότητα. Η συγκεκριμένη ανάλυση τοποθετεί, στην τότε εποχή, ένα διαχωρισμό του επιστημονικού κλάδου που κατείχε μεγάλα πεδία γνώσης με το εργατικό στο οποίο κατανέμονται συγκεκριμένα στοιχεία για να εκπληρωθεί μια ορισμένη διεργασία.

Το μοντέλο αυτό γίνεται πιο ξεκάθαρα στην εφαρμογή του από τον Taylor στο δικό του εργοστάσιο. Η εισαγωγή μια σειράς μέτρων όπως η μισθολογική αύξηση ως bonus, η υγειονομική κάλυψη και κυρίως ο καταμερισμός εργασίας, παρατηρήθηκε ότι αύξησαν κατακόρυφα την παραγωγική ισχύ του εργοστασίου. Να σημειωθεί ότι ο καταμερισμός εκείνη την περίοδο ταυτίστηκε με την απασχόληση εργατών σε συγκεκριμένα πόστα. Δεν εμπεριείχε την εξειδίκευση μέσω της εντρύφησης σε ένα συγκεκριμένο γνωστικό πεδίο, αλλά την κατάρτιση μέσω της επανάληψης μιας συγκεκριμένης εργασίας. Η επανάληψη αυτή  συνδέθηκε με τη βελτίωση επιτέλεσης μιας ορισμένης εργασίας και την αύξηση της παραγωγικότητας. Άλλες επιπτώσεις του τεϊλοριστικού μοντέλου είναι η δυνατότητα χρήσης κατάλληλου προσωπικού σε θέσεις, η ευκολία στην εποπτεία και η ευκολία στην αντικατάσταση. Η αρχή της εφαρμογής του επιστημονικού management ορίζεται ως τεϋιλοριστική οργάνωση εργασίας συνέβαλε στη  συγκρότηση του φορντισμού  την περίοδο από τη δεκαετία του 20 έως του 70 (χρήση της τεχνολογίας στην παραγωγή, αλυσίδα παραγωγής, υψηλή εξειδίκευση, επιστημονικό management, καθετοποίηση της παραγωγής) και του μεταφορντισμού στις ύστερες δεκαετίες.

Το τελευταίο στοιχείο επέφερε σκληρή κριτική στην εξειδίκευση καθώς συνδέθηκε με την υπερκατάρτιση των εργατών ώστε να μην έχουν ολική γνώση της παραγωγικής διαδικασίας και άρα να είναι χειραγωγίσιμοι και αναλώσιμοι. Το φαινόμενο αυτό είχε μια μεγάλη δόση αλήθειας τη συγκεκριμένη περίοδο, κάτι που όμως δε μπορεί να ειπωθεί ακριβώς στο σήμερα, όπως θα φανεί στη συνέχεια του άρθρου. Ένα άλλο φαινόμενο για το οποίο ασκήθηκε κριτική, ήταν αυτό της αλλοτρίωσης: η ακραία εξειδίκευση των εργατών οδηγούσε αρκετές φορές σε κούραση, απροσεξία, τάση για απουσία, ακόμα και σε εσκεμμένη μείωση της απόδοσης. Πάνω λοιπόν στις αρνητικές συνέπειες που παρατηρήθηκαν, αναπτύχθηκαν σύγχρονες θεωρίες ως προς την αντιμετώπιση τους: η διεύρυνση των καθηκόντων, ο εμπλουτισμός των καθηκόντων και η δημιουργία αυτοδιοικούμενων μονάδων. Ουσιαστικά δηλαδή συγκροτήθηκε η θεωρία της υποκίνησης, με βάση θεωρίες των ανθρώπινων αναγκών, με κυριότερους εκφραστές τον Maslow, τον Herzberg και τον McClelland.

Η δεύτερη όψη της εξειδίκευσης

Παρατηρείται δηλαδή μια μετακίνηση στην εξειδίκευση, εκτός από την διαφοροποίηση του ρόλου του επιστημονικού δυναμικού στην παραγωγή. Κυρίως μετά τη δεκαετία του 70, η τεχνολογική πρόοδος και η ανάπτυξη επιστημονικών πεδίων (βιοτεχνολογία, πληροφορική) οδήγησε το νέο δυναμικό των επιστημόνων σε μισθωτή σχέση σε πολυεθνικούς ομίλους παραγωγής. Τόσο ο Mill όσο και ο Marx θεωρούν ότι τα στοιχεία της παραγωγής είναι τρία: τα μέσα παραγωγής, που θα χρησιμοποιηθούν για να μετατρέψουν τις πρώτες ύλες σε αξίες χρήσης, οι πρώτες ύλες που θα μετατραπούν από την  εργατική δύναμη σε αξίες χρήσης και η εργατική δύναμη. Παρόλαυτα αν γίνει η παραδοχή ότι η πρώτη ύλη δεν είναι απαραίτητα υλικό αλλά τεχνογνωσία ή επιστημονική κατάρτιση, εμφανίζεται μια κατάσταση στην οποία η εργασία αναμειγνύεται με ιδιότυπες πρώτες ύλες με τη χρήση μέσων παραγωγής  για την παραγωγή ενός αποτελέσματος. Έτσι ο σύγχρονος επιστήμονας εντάσσεται στο εργατικό δυναμικό. Όμως εδώ προκύπτουν δύο ζητήματα: το τεράστιο εύρος των γνώσεων και η τμηματοποιήση στην  εργασία.

Αφενός λοιπόν δεν είναι δυνατόν να μπορεί ένας επιστήμονας να κατέχει μόνο γενικές γνώσεις (για παράδειγμα ένας γιατρός να ναι και χειρούργος και ακτινολόγος), ενώ από την άλλη λόγω της εμπλοκής του με επιστημονικά πεδία δεν αρκείται σε μια μονότονη άσκηση μιας συγκεκριμένης εργασίας. Δημιουργείται με αυτόν τον τρόπο μια άλλη όψη της εξειδίκευσης, η οποία δε βασίζεται στην τμηματοποιήση του τεϋλοριστικού μοντέλου, αλλά στην εμβάθυνση των θεωριών της υποκίνησης. Αποτέλεσμα ο εργαζόμενος να έχει αναφορά σε ένα γνωστικό αντικείμενο και περεταίρω εμβάθυνση σε συγκεκριμένους τομείς του αντικειμένου αυτού. Η ύπαρξη μάλιστα των αυτοδιοικούμενων μονάδων και των κύκλων ποιότητας  (οι οποίοι βασίζονται επίσης στη συλλογική λειτουργία των εργαζομένων) δίνουν τη δυνατότητα για μεγαλύτερη εποπτεία και επιρροή στην παραγωγή όσο και στην ανακάλυψη νέων επιστημονικών πεδίων.

Στάσεις απέναντι στην εξειδίκευση

Σε αυτό το σημείο έχει ενδιαφέρον να παρατηρηθεί η σχέση των ιδεολογικών απογόνων των θεμελιωτών της πολιτικής οικονομίας με την εξειδίκευση. Από τη μια έχουμε  τα νεοφιλελεύθερα κόμματα (με αναφορά στον Smith) τα οποία έχουν μια στείρα αναφορά στην αριστεία της τμηματοποίησης που καταλήγει να μετατρέπει τον επιστήμονα εργαζόμενο σε έμπορο γνώσεων προς όφελος των λίγων και εκλεκτών. Η επιστημονική γνώση αποσυνδέεται τελείως με το κοινωνικό σύνολο και καταλήγει στην καλύτερη ως απλώς πολλαπλασιαστής της τιμής μίσθωσης των εργαζομένων. Το παραπάνω δημιουργεί ανισοκατανομή των επιστημόνων ανά των κόσμο και σε εγκλεισμό των ερευνητών σε επιταγές της ελεύθερης αγοράς. Οπότε λογικά βλέπουμε ραγδαίες εξελίξεις στον χώρο των αναβολικών σκευασμάτων και όχι στην αντιμετώπιση λοιμωδών νοσημάτων ή στη θεραπεία χρόνιων παθήσεων όπως ο καρκίνος ή η σκλήρυνση κατά πλάκας.

Βέβαια μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η στάση των κομμουνιστογεννών κομμάτων (με αναφορά στον Μαρξ) στο ζήτημα. Σε αντίθεση με την αρχική προσέγγιση των Μαρξ και Ένγκελς, το ρεύμα του ευρωκομμουνισμού μετέτρεψε το μαρξισμό και το διαλεκτικό υλισμό από εργαλεία για την ερμηνεία της πολιτικής οικονομίας, σε αυτόνομη επιστημονική οντότητα. Τα κόμματα μετατράπηκαν σε φορείς του νέου δόγματος, με τα κρατικοδίαιτα επιστημονικά στελέχη σε ρόλο ιερατείου. Ταυτόχρονα η πλειοψηφία των νεομαρξιστών και των φορέων της αυτονομίας οικειοποιήθηκαν της θεωρίες της Ιαπωνικής Σχολής (αυτοδιοικούμενες μονάδες και κύκλοι ποιότητας) αποκόπτοντας όμως από τον παραγωγικό ιστό και επαγγελματοποιώντας την αλληλεγγύη. Η αλληλεγγύη εφόσον δεν αφορά κομμάτι της κοινωνικής παραγωγής, αποτελεί προνόμιο του ιερατείου, διατηρώντας το στοιχείο της στοχοποίησης της διαφορετικότητας ως κάτι κατώτερο και της φιλανθρωπίας με βάση τη δράση της καθολικής εκκλησίας το μεσαίωνα.

Ως αποτέλεσμα οι υπόλοιπες πτυχές και αναλύσεις της πολιτικής οικονομίας  και των κοινωνικών επιστημών να βαφτίζονται τεχνοκρατισμός και να ανάγεται το κομματικό καταστατικό σε ευαγγέλιο. Άμεση συνέπεια η ταύτιση της εμβάθυνσης με την εξειδίκευση του προηγούμενου αιώνα, να απαξιώνεται κάθε προσπάθεια παραγωγής νέας γνώσης και να θεοποιείται το λούμπεν και η ραστώνη ως έμφυτο χαρακτηριστικό του εργάτη. Το παράδοξο της υπόθεσης είναι ότι ενώ εξορκίζεται η σύγχρονη εξειδίκευση στον παραγωγικό τομέα, να εφαρμόζεται η αρχική εξειδίκευση στον κομματικό ιστό με κάθε λογής ινστρούχτορες, ανεπάγγελτους και επαγγελματίες επαναστάτες, αναβαπτισμένους με την ιδιότητα του διανοουμένου της μαρξιστικής επιστήμης. Δεν είναι τυχαίο ότι τα κόμματα αυτά, αν και κατά δήλωση ριζοσπαστικά, ακολουθούν στην λειτουργία τους την κρατική κατανομή με βάση δήμους, περιφέρειες και επαρχίες, αδυνατώντας να λειτουργήσουν εκτός κρατικής κουλτούρας.

Ένας θαυμαστός νέος κόσμος

Ο παράγοντας εργαζόμενος όμως παραμένει στην παραγωγική εξίσωση. Οι θεωρίες της υποκίνησης ουσιαστικά προσφέρουν τα εφόδια για εμβάθυνση σε κλάδους και κατά επέκταση για πιο ισχυρή θέση στην παραγωγή. Ως ισχυρή θέση δεν γίνεται αντιληπτή μόνο με μισθολογικά κριτήρια αλλά και με την προαγωγή του κοινωνικού συνόλου. Επιστήμονες εργαζόμενοι με γνώση συγκεκριμένων κλάδων έχουν τη δυνατότητα να στρέψουν την επιστημονική πρόοδο στο κοινωνικό σύνολο, αλλά και να απελευθερώσουν κομμάτια της γνώσης σε αυτό. Είναι αδιανόητο οι αρχές διαχείρισης επιχειρήσεων και οργανισμών για παράδειγμα να μένουν άγνωστες στους εργαζόμενους στους οποίους εφαρμόζονται. Η αποκλειστική γενική γνώση χωρίς εμβάθυνση και αλληλεπίδραση, ουσιαστικά καθηλώνει το σύγχρονο εργαζόμενο στα επίπεδα του ανειδίκευτου εργάτη του προηγούμενου αιώνα καθώς στην εποχή του σήμερα η γενικόλογη γνώση καθίσταται μηδενική.

Προκύπτουν λοιπόν μια σειρά αναγκαιοτήτων για τη μέγιστη απόδοση των εργαζομένων προς όφελος του κοινωνικού συνόλου και όχι των πολυεθνικών. Αρχικά η ανάγκη για εμπλουτισμό και εμβάθυνση σε αντικείμενα ώστε να αναπτύσσεται ενδιαφέρον για τη δουλειά με νέα καθήκοντα. Η παροχή της εξειδίκευσης από δημόσιους φορείς υπό τη μορφή του συνδυασμού εργασίας και μαθητιάς, με τη διατήρηση των κανονικών εργασιακών σχέσεων στα πρότυπα των ιατρικών ειδικοτήτων. Η κοινωνικοποίηση των μεταπτυχιακών προγραμμάτων  χωρίς δίδακτρα και η αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων στο δημόσιο σύνολο και χώρο. Η πραγμάτωση των παραπάνω δε μπορεί να γίνει από συλλογικότητες ταυτισμένες με την κρατική διαστρωμάτωση. Απαιτούνται δομές που θα λειτουργούν ως διευρυμένοι κύκλοι ποιότητας μεταξύ των μελών τους ώστε να επεξεργάζονται τους τομείς απασχόλησης τους  για να παράγουν αποτελέσματα για το κοινωνικό σύνολο. Χρειάζεται λοιπόν μια σύνδεση της παραγωγικής διαδικασίας με τα κοινωνικά κινήματα. Δεν χρειάζεται να γίνει ένας πόλεμος στους εραστές του μισθού (όσο αυτός υπάρχει με τη σημερινή του έννοια όπως και οι ανάγκες που καλύπτει) αλλά ένας πόλεμος στην αδράνεια και τη μετριότητα.

Σε μια εποχή όπου τα δίκτυα επικοινωνίας και μεταφοράς θα μπορούσαν να απαντήσουν στα ζητήματα του διαχωρισμού υπαίθρου και πόλεων, η τεχνολογική έρευνα να διαμορφώσει ένα άλλο επίπεδο διαβίωσης είναι κρίμα τα αποτελέσματα των ερευνών να αποτελούν εμπορεύσιμο υλικό μακριά από τους ίδιους τους εργαζόμενους. Χρειάζεται λοιπόν οι εργαζόμενοι να πάρουν στα χέρια τους τα σύγχρονα μέσα παραγωγής. Και αυτό περνά μέσα από την εξειδίκευση υπό το πρίσμα της εμβάθυνσης.  

 

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

  1. Gray E.R., Smeltzer L.R., Management. The competitve edge
  2. Smith A., into the nature and causes of the wealth of the nations
  3. Marx K., Το κεφάλαιο
  4. Weber M., Theory of social and economic organisation
  5. Robock S.H., Simmonds K, Zwick K., International Business and multinational enterprises
  6. Herzberg F., work and the nature of man
  7. Maslow A.H., Motivation and personality
  8. McClelland D.C., Power: the inner experience
  9. McClelland D.C., The achievement motive
  10. Δίκαιος Κ., Κουτουζής Μ., Πολύζος Ν., Σιγάλας Ι., Χλέτσος Μ., Βασικές Αρχές Διαχείρισης Υπηρεσιών Υγείας
  11. Δίκαιος Κ., Χλέτσος Μ., Πολιτική Υγείας και κοινωνική πολιτική
  12. Αλεξιάδης Α.Δ., Σιγάλας Ι., Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας: εμπειρίες, τάσεις, προοπτικές
  13. Σπανός Α., Ολική Ποιότητα
  14. Ishikawa K., How to Operate QC Circle Activities
  15. Πουλαντζάς Ν., Οι κοινωνικές τάξεις στον σύγχρονο καπιταλισμό
  16. Plaut Μ., Ο θετικισμός στη σκέψη του Ν. Πουλαντζά
  17. Συλλογικό, Ο Πουλαντζάς σήμερα
  18. Koan N., Μαρξισμός για πάντα νέος
  19. Αγραφιώτης Δ., Επιστήμη, τεχνολογία και ελληνική κοινωνία
  20. Μπιτσάκης Ε., Τι είναι φιλοσοφία
  21. Μπουχάριν Ν., Το αλφαβητάρι του κομμουνισμού
  22. Γιαννόπουλος Γ., Ρουμπελστίλτσκιν: http://www.yabasta.gr/article/369/Roympelstiltskin.html
  23. Χριστοδούλου Π., Η Αλίκη στη Χώρα των Καπιταλιστών: http://www.yabasta.gr/article/339/H-Alikh-sth-CHwra-twn-Kapitalistwn-.html