Απόψεις

Η ΑΡΚ την επόμενη μέρα: Για μια άλλη ποιότητα και δράση

05/10/2016

Σίμος Σιμωτάς

Κείμενο συμβολής στον προσυνδιασκεψιακό διάλογο για τη Δ' Σύνδιασκεψη της Αριστερής Ριζοσπαστικής Κίνησης (15-16/10/2016):

 

Η συγκρότηση της ΑΡΚ και η ανάγκη για το μέτωπο της αριστεράς

Σωστά εκτιμήσαμε ότι η πολιτική συνθήκη με την οποία επαναόρισε την στρατηγική του ο ΣΥΡΙΖΑ 1 χρόνο πριν, μας ανάγκαζε σαν αγωνιστές/ριες της ριζοσπαστικής αριστεράς, αφενός να κρατήσουμε το αξιακό φορτίο της στην Ελλάδα ζωντανό και να αντιπαρατεθούμε ευθέως στην λογική της ΤΙΝΑ που έφερνε ο ΣΥΡΙΖΑ. Αφετέρου, να δώσουμε την δυνατότητα στις ριζοσπαστικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις να συνεχίσουν να εκφράζονται ενάντια στα μνημόνια και τον νεοφιλελευθερισμό και να ανασχέσουμε το ρεύμα ματαιότητας, εξαέρωσης και ιδιώτευσης των αγωνιστών/ριων που έβλεπαν τον χώρο που υποστήριζαν να τους προδίδει πολιτικά και να φέρνει το ταπεινωτικό 3ο μνημόνιο στην Ελλάδα.

Γι' αυτούς του λόγους έπρεπε να καταγραφεί εκλογικά -έστω από ένα μικρό κομμάτι της ριζοσπαστικής Αριστεράς- η αντίθεση μας στην επιβολή ενός νέου μνημονίου, αλλά και η συνέχεια άσκησης του δικαιώματος μας να αντιστεκόμαστε -σταθερά- ενάντια στις πολιτικές λιτότητας του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Η εκλογική συμμετοχή μας, μέσα από την συγκρότηση της Αριστερής Ριζοσπαστικής Κίνησης στις 20 Σεπτέμβρη, στη ΛΑ.Ε ήταν μια πολύ σημαντική επιλογή. Κυρίαρχα γιατί έπρεπε να δώσουμε γρήγορες απαντήσεις σε επικίνδυνες χρονικά συγκεκριμένες αναμετρήσεις εκείνης της φάσης. Όπως ήταν το να αντιμετωπίσουμε την αποχή, τον κίνδυνο να στραφούν οι ψηφοφόροι στους ναζί, που ήταν ορατός, ιδιαίτερα τη στιγμή εκείνη που η Χρυσή Αυγή μπορούσε να επιστρέψει ως η μόνη αντιμνημονιακή και αντισυστημική πολιτική δύναμη στο προσκήνιο.

Θεωρήσαμε επίσης αναγκαίο να υπάρχει αντιπολίτευση από τα αριστερά ενάντια στα μνημόνια και τη λιτότητα στην επόμενη βουλή για πολλούς λόγους. Θα μπορούσε να φέρνει την φωνή την αντίστασης του λαού στο κοινοβούλιο, να οργανώνει και να ξεσηκώνει μάχες μέσα από αυτό, να αναδεικνύει ότι υπάρχει εναλλακτική και εν τέλει όλη αυτή η διαδικασία να αναμετρηθεί με το πολύ σημαντικό διακύβευμα των εκλογών που ήταν το αν υπάρχει εναλλακτική ή όχι.

Εμείς σαν ΑΡΚ, θεωρήσαμε ότι η πιο σημαντική ανάγκη που διαπερνούσε όλη την αριστερά και όφειλε να ξεπερνά τις διαφορές μας εκείνη τη στιγμή, ήταν να δημιουργηθεί ένας προσωρινός και όχι μόνιμος πολιτικός χώρος συνάντησης, υποδοχής και συντονισμού των αριστερών ριζοσπαστικών δυνάμεων που τοποθετούνται αντικυβερνητικά και επιδιώκουν να ανοίξουν την κουβέντα για την ρήξη με το Ευρώ και την ΕΕ. Kρίναμε ότι έπρεπε να υπάρχει ένα όχημα που θα μεταφέρει τα κοινωνικά αιτήματα της συγκυρίας και θα οργανώνει τον κόσμο να τα διεκδικεί από ένα καλύτερο σημείο στην μεγάλη διαδρομή της ταξικής πάλης.

Η πορεία της ΛΑ.Ε μέχρι και σήμερα

Η συγκροτητική πορεία της ΛΑ.Ε σε έναν μεγάλο βαθμό ήρθε ως μια άτυπη συνέχεια της εκλογικής συνεργασίας. Δημιουργήθηκαν κάποια όργανα συντονισμού, όπως ήταν η προσωρινή πολιτική γραμματεία και το πολιτικό συμβούλιο, τα οποία ήταν υπεύθυνα να συντονίζουν την παρέμβαση των δυνάμεων που συμμετέχουν στη ΛΑ.Ε, να επεξεργάζονται από κοινού στοιχεία του προγράμματος, των θέσεων και της φυσιογνωμίας της. Η Πανελλαδική Σύσκεψη που ακολούθησε δεν μπήκε ουδέποτε στην ουσία μιας κουβέντας σε βάθος για τα σημαντικά παραπάνω ζητήματα. Αντίθετα, προσπάθησε να δώσει λαθεμένα πανηγυρικό τόνο, αμβλύνοντας τις εσωτερικές διαφωνίες και αντιθέσεις -που είναι λογικό να υπάρχουν και να εκφράζονται ελεύθερα σε ένα μέτωπο πολιτικών δυνάμεων- και ολοκληρώθηκε με ένα κείμενο που ψηφίστηκε από το σώμα στο σύνολο του, επικυρώνοντας απλά τη σύνθεση του Πολιτικού Συμβουλίου.

Στην συνέχεια ακολούθησε η πρώτη αμφίσημη παρέμβαση του μετώπου στα ζητήματα που προέκυπταν με το έργο της Περιφέρειας Αττικής. Τον Δεκέμβρη του '15, συγκεκριμένα, 4 μέλη του μετώπου, υπερψήφισαν το μνημονιακό προϋπολογισμό της Δούρου. Για να ακολουθήσει η άμεση δική μας και άλλων δυνάμεων αντίδραση σε αυτό το ζήτημα, μέσα από το κείμενο που δημοσίευσαν οι σ. Γαλάνης (Παρέμβαση), Μαρματάκης (ΑΡΚ), Σωτήρης (ΑΡΑΝ) και λειτούργησε σαν προπομπός του μετέπειτα διαχωρισμού των μελών της ΛΑ.Ε. από την παράταξη της Δούρου. Παρ' όλο που σημειώθηκαν αυτές οι κινήσεις, υπάρχουν άλλα εξίσου σημαντικά προβλήματα στην Περιφέρεια που διατηρούνται. Άτομα που αναφέρονται στη ΛΑΕ υπερψήφισαν την ανάπλαση του φαληρικού όρμου στη βάση των σχεδίων του ιδρύματος Νιάρχου με χρηματοδότηση από τα αποθεματικά της περιφέρειας και την κοπή εκατοντάδων δέντρων στο ρέμα της Πικροδάφνης, με τον γραμματέα του ΠΣ να αποφεύγει να απαντήσει δημόσια στην συνέντευξη τύπου της ΔΕΘ για το ζήτημα.

 

Ενώ, σε ότι αφορά το μέτωπο του συνδικαλιστικού οι θολές κινήσεις επικρατούσαν. Μια τέτοια επέδειξε η ΛΑ.Ε. στις εκλογές του ΕΚΑ, που ενώ εμείς σαν ΑΡΚ θεωρούσαμε/ούμε ότι ήταν/είναι αυτονόητη η ρήξη με τις δυνάμεις του κυβερνητικού συνδικαλισμού, για άλλες δυνάμεις ή μεμονωμένα πρόσωπα εντός του ίδιου μετώπου, χαρακτηριζόντουσαν αυτές οι απόψεις ως σεχταρισμός και απομόνωση. Το ψηφοδέλτιο που στηρίξαμε “Ρεσάλτο στη Γαλέρα” συγκεκριμένα, ήταν μια πρωτοβουλία εργαζομένων που πάταγε πάνω στη λογική του διαχωρισμού με τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό διότι θεωρούσε ότι είναι τουλάχιστον αντιφατικός ο τρόπος συνδικαλισμού μας να πηγαίνει παρέα με την υποστήριξη μιας κυβέρνησης που τσακίζει τα συμφέροντα των εργαζομένων και σήμερα μιλάει εκ νέου για μαζικές απολύσεις, αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο και μείωση της διαπραγματευτικής ισχύς των εργαζομένων.

 

Η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη της ΛΑ.Ε., που ακολούθησε, ήρθε με μεγάλη καθυστέρηση, εξαιτίας της ολιγωρίας της οργανωτικής επιτροπής να προετοιμάσει έναν προσυνδιασκεψιακό διάλογο 2 μηνών, όπως η ίδια είχε αποφασίσει και εξαγγείλει στα μέλη της. Αποκορύφωμα αυτή της κακής προετοιμασίας ήταν η παρουσίαση ελλειμματικών βασικών ντοκουμέντων, κυρίαρχα σε ότι αφορά το σχέδιο του κανονισμού λειτουργίας, ο οποίος δεν ολοκληρώθηκε πότε, εξαιτίας αφενός της αδυναμίας της επιτροπής κανονισμού να συνθέσει τις διαφορετικές τροπολογίες και να πραγματοποιήσει μια διαδικασία με αρχή, μέση και τέλος, αφετέρου της πραξικοπηματικής επιλογής του Αρ. Ρεύματος να αποχωρήσει από τη διαδικασία τη στιγμή εκείνη που περνούσαν τροπολογίες με τις οποίες δεν συμφωνούσε. Αποτέλεσμα αυτής της επιλογής ήταν να δημιουργηθεί συνολικότερα στα μέλη της ΛΑ.Ε ένα αίσθημα απογοήτευσης και να επανέρχεται από πολλές συνιστώσες της το αίτημα ολοκλήρωσης του κανονισμού μέσα από διαρκές συνέδριο.

Γενικότερα ζητήματα φυσιογνωμίας και στρατηγικής ρηχότητας

Στα παραπάνω ειδικά ζητήματα που σημειώθηκαν έρχονται να προστεθούν και κάποια γενικότερα πολιτικά προβλήματα που φέρει η ΛΑ.Ε σήμερα, όπως είναι:

-H θέση του αντιμνημονίου. Το μνημόνιο είναι πολιτικό σχέδιο των αρχουσών τάξεων για την εφαρμογή και εμπέδωση μέτρων λιτότητας. Η αντίθεση που σχηματοποιήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ τα προηγούμενα χρόνια σε σχέση με το μνημόνιο, κατέγραψε τα δικά της όρια. Διότι αυτή η τακτική επιλογή αποσυνδέθηκε από ένα στρατηγικό όλο, που είναι το μεταβατικό πρόγραμμα και η διαδικασία του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Η ΛΑ.Ε. συνεχίζει να αναπαράγει αυτή την εκφώνηση και να τοποθετείται πολιτικά ως δύναμη του αντιμνημονίου με τον ίδιο τρόπο, προσθέτοντας ουσιαστικά ως αιχμή της την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα. Χρειάζεται να αναγνωρίσουμε ότι, σε ότι αφορά την διαδικασία αναζήτησης μιας νέας στρατηγικής, δεν αρκεί απλά και μόνο να μιλήσουμε για την επιστροφή ενός καπιταλισμού στα προ μνημονίου επίπεδα με εθνικό νόμισμα. Αλλά χρειάζεται να βαθύνουμε τις επεξεργασίες μας, ώστε να τολμήσουμε να μιλήσουμε για ένα αντικαπιταλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα που θα  μιλάει για την διεκδίκηση της πολιτικής και όχι απλά και μόνο της κυβερνητικής εξουσίας προς μια σοσιαλιστική κατεύθυνση. Η διαδικασία αυτή συνεπάγεται ότι πέρα από την παύση πληρωμών, τη διαγραφή του χρέους, την έξοδο από την ΟΝΕ, την κοινωνικοποίηση των τραπεζών και στρατηγικών τομέων της οικονομίας, χρειάζεται να διαμορφώσουμε το πολιτικό υποκείμενο εκείνο, που θα προετοιμάσει το κοινωνικό υποκείμενο για οιονεί επαναστατικά αιτήματα και θα τον θέσει καθοδηγητή των διεκδικήσεων του στα πλαίσια της δικής του αυτοοργάνωσης.

 

-Η χρήση του όρου “κυβέρνηση της αριστεράς”. Η ήττα του καλοκαιριού του '15, δεν ήρθε μόνο εξαιτίας της ιδιοτέλειας για την παραμονή στην κυβερνητική εξουσία ορισμένων κέντρων της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ήταν αποτέλεσμα της στρατηγικής ανεπάρκειας όλης της αριστεράς. Τα τελευταία χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ επαναπροσδιόριζε την ισχύ του, σταμάτησε να μιλάει για το τι σημαίνει για το πρόγραμμα του η σχέση του με τα μαζικά κινήματα, ανακάλυψε τον κυβερνητισμό, παραμέρισε την μαρξιστική θεωρία, ξέχασε τον κοινωνικό πειραματισμό και τις δομές αυτοοργάνωσης της κοινωνίας που ξεπήδησαν την εποχή του μνημονίου, υπηρέτησε μια λογική καλύτερης δημόσιας προβολής. Είναι σημαντικό σήμερα, μαζί με το πέταμα στο “σκουπιδοντενεκέ της ιστορίας” όλων αυτών των πρακτικών που μας οδήγησαν στην ήττα, να μιλήσουμε για μια αριστερά που θα αναγεννήσει το ξεχασμένο “Κ” του κομουνισμού και των σύγχρονων επαναστατικών ρευμάτων του μαρξισμού και μέσα από αυτήν την αναζήτηση να βρούμε τους πολιτικούς μας συμμάχους, που δεν μπορούν να είναι σήμερα οι δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας και του σοσιαλφιλελευθερισμού, ώστε να έχουμε τα υλικά εκείνα που θα αναμετρηθούν με το κράτος και θα συνθέσουν τους όρους ώστε να συγκρουστούμε με τον κυρίαρχο τρόπο καπιταλιστικής παραγωγής.

 

-Η αντιμετώπιση της σε σχέση με τον αποκλεισμό των μίντια. Η ηγεσία της ΛΑ.Ε. θεωρεί εσφαλμένα, ότι δεν έχει καταφέρει να έχει την επιρροή στην κοινωνία που επιθυμεί, επειδή την πολεμάει το συστημικό κατεστημένο και την σαμποτάρουν τα μίντια της διαπλοκής. Πρώτον, η ΛΑ.Ε. αυτή τη στιγμή καλώς ή κακώς δεν έχει την μαζικότητα εκείνη, την γείωση και την αναφορά ώστε να διεκδικεί κάτι περισσότερο από αυτό που της δίνεται σε επίπεδο δημόσιας προβολής. Αλλά το κυριότερο είναι να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα αν χρειάζεται ένα πολιτικό υποκείμενο της ριζοσπαστικής αριστεράς που θέλει να κουβαλάει το ταξικό φορτίο της σύγκρουσης να χρησιμοποιεί ως μέσω αναπαραγωγής και προβολής τα κανάλια του συστήματος και κατά πόσο αυτά μπορούν να συμπεριφερθούν ουδέτερα ή είναι η φύση τους τέτοια να λειτουργούν πρωτίστως ως μηχανισμοί χειραγώγησης.

 

-Η γραφειοκρατία της και η γερασμένη εικόνα της. Πιστεύουμε ότι τα πρόσωπα αιχμής του πολιτικού φορέα που συμμετέχουμε πρέπει να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των κοινωνικών εκπροσωπήσεων που θέλει να έχει. Αν θεωρούμε ότι ένα από τα συστατικά της ήττας ήταν η αυτονόμηση του Τσίπρα στον ΣΥΡΙΖΑ και τα κλειστά κέντρα αποφάσεων που δεν μας επέτρεψαν να αποτρέψουμε της υλοποίηση της μνημονιακής του μετάλλαξης, χρειάζεται  σήμερα να τολμήσουμε να οργανώσουμε ένα πολιτικό και οργανωτικό αντιπαράδειγμα στα παραδοσιακά κομμουνιστικά κόμματα. Να προβούμε σε μια ποιοτική αναβάθμιση στον τρόπο λειτουργίας και δράσης, να μάθουμε από τα ρεύματα της αντιεξουσίας τι σημαίνει αμεσοδημοκρατική και αντιγραφειοκρατική συγκρότηση μιας συλλογικότητας. Με βάση αυτήν την αντίληψη ήταν απαραίτητο για εμάς σαν ΑΡΚ, ακριβώς επειδή επιδιώκουμε οι συλλογικότητες που δομούμε να έχουν στοιχεία από την κοινωνία που ονειρευόμαστε, να υπάρχουν οι αντίστοιχες δομές όπου τα λαϊκά στρώματα θα βλέπουν μέσα από τους εκπροσώπους τους την ταξική τους θέση. Γι' αυτόν τον λόγο καταθέσαμε την πρόταση μας για συλλογική ηγεσία και εκπροσώπηση και μια δέσμη άλλων τροπολογιών για περιορισμένες θητείες στα όργανα και στην Βουλή, εναλλαγή, ανακλητότητα, έλεγχο και λογοδοσία των στελεχών του μετώπου.

Η ΛΑ.Ε φαίνεται αδύνατο να μετασχηματιστεί

Η απάντηση στο ερώτημα αν μπορεί να μετασχηματιστεί η ΛΑ.Ε. προς την κατεύθυνση που θέλουμε ή όχι, είναι αν υπάρχουν οι συνθήκες και τα μέλη για να το κάνουν και αν είμαστε αυτή τη στιγμή στην πολιτική θέση να παλέψουμε για μια διαπάλη απόψεων, ιδεών και προτάσεων εντός της. Αυτή τη στιγμή εξαιτίας του αισθήματος απογοήτευσης που άφησε η Συνδιάσκεψη με το κλείσιμο της, εξαιτίας του ότι η ΛΑ.Ε. δεν προχωράει στην υλοποίηση των αποφάσεων της, όπως για παράδειγμα τον διαχωρισμό της από τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στην περιφέρεια και το συνδικαλιστικό, οδηγείται αναπόφευκτα στο να χάνει συνέχεια ενεργό κόσμο. Άρα περιορίζεται δραματικά το ανθρώπινο δυναμικό που θα είναι ικανό να την αλλάξει, ενώ ταυτόχρονα αυτές αλλά και άλλες θολές κινήσεις της δεν μπορούν να εμπνεύσουν την ένταξη νέου κόσμου. Άρα η ΛΑ.Ε. σήμερα χάνει το στοιχείο ότι είναι ένα όχημα πολιτικών ανασυνθέσεων που μπορεί να εντάσσει καινούρια δυναμικά και γίνεται σήμερα ένα όχημα που οριοθετεί το που μπορεί να φτάσει. Διότι μπορεί να επιλυθούν μερικώς ζητήματα που αφορούν την στρατηγική της, αλλά ο ρόλος της ηγεσίας εντός της, η δημόσια εικόνα της, η εκφορά του λόγου της, η λογική που φέρει για τα κινήματα και μια σειρά άλλων ζητημάτων θα παραμείνουν μέχρι και την επόμενη τουλάχιστον συνδιάσκεψη της. Άρα η συμμετοχή μας (σαν ΑΡΚ) σε αυτήν είτε το θέλουμε είτε όχι θα νομιμοποιεί αυτές τις καταστάσεις και θα αντανακλά την ανάλογη αναξιοπιστία στον κόσμο που θέλουμε να απευθυνθούμε.

 

Από την άλλη χρειάζεται να αναμετρηθούμε χωρίς αυταπάτες με την εικόνα που παρουσιάζεται στο ευρύτερο τοπίο της αριστεράς. Από τη μία η ΑΝΤΑΡΣΥΑ φαίνεται να μετατοπίζεται σε πιο σεχταριστικές λογικές, όπως η στάση της σε ότι αφορά τον φοιτητικό διάλογο που άνοιξε πέρυσι και τον ηγεμονισμό που επέδειξε για την συνεργασία των ΕΑΑΚ-ΑΡΕΝ-ΑΡΔΙΝ. Από την άλλη οργανώσεις που δημιουργήθηκαν προερχόμενες από τον ΣΥΡΙΖΑ και τη νεολαία του όπως η Δικτύωση για τη Ριζοσπαστική Αριστερά και η Ανασύνθεση-ΟΝΡΑ, επέλεξαν να μην μπουν στη ΛΑ.Ε. με αποτέλεσμα να μην μπορούν να κάνουν πολιτική μαζών. Ενώ η Πλεύση Ελευθερίας πέραν του ότι αποφεύγει να αναφέρεται στην αριστερά, επιλέγει να αντιμετωπίζει τα σημερινά σύγχρονα και σύνθετα προβλήματα του κόσμου της εργασίας, μέσω νομικών οδών, αποφεύγοντας να μιλήσει για ένα ριζοσπαστικό εναλλακτικό αντινεοφιλελεύθερο σχέδιο. Θεωρώντας ότι για να υπερβούμε την καπιταλιστική κρίση αυτό που χρειάζεται είναι να συγκροτήσουμε επιτροπές που θα εξετάσουν το δημόσιο χρέος (που δεν είναι διαπραγματευτικό χαρτί) και να κάνουμε εκδηλώσεις για τις γερμανικές αποζημιώσεις. Εκτός των άλλων, η επικεφαλής της συνεχίζει να αντιμετωπίζει τον ΣΥΡΙΖΑ με έναν ηθικό τρόπο κατηγορώντας τον για προδοτική στάση απέναντι στον ελληνικό λαό. Ενώ σε ότι αφορά τη φυσιογνωμία της αποπνέει έναν αρχηγισμό, χωρίς οργανωτικές δομές και στρατηγικό πρόγραμμα.

 

Έχοντας την βαθιά πεποίθηση ότι το συγκροτητικό στοιχείο της ΑΡΚ για την επίμονη προσπάθεια ενότητας, συμπόρευσης και ανασύνθεσης της Αριστεράς περνάει μέσα από την ανάγκη να δίνουμε  απαντήσεις στο κεντρικοπολιτικό μακριά από λογικές πολιτικής αυταρέσκειας και ιδεολογικής καθαρότητας καλούμαστε σήμερα να βουτήξουμε στα βαθιά και να ανακαλύψουμε τη δυνατότητα ενοποίησης υπαρκτών σχηματισμών, ώστε να βρούμε τρόπους που θα εκφραστεί ο κόσμος της αριστεράς και των κινημάτων που αυτήν την στιγμή δεν έχει κάποια πολιτική έκφραση. Χρειάζεται να ανοίξουμε έναν διάλογο με όλες τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής αντινεοφιλελεύθερης αριστεράς για το τι σημαίνει ρήξη με τον μηχανισμό του Ευρώ και της ΕΕ. Σημαίνει ότι πρέπει να βρούμε τις δυνάμεις με τις οποίες έχουμε βρεθεί στο κοινωνικό και έχουμε δώσει από κοινού κάποιες μάχες ώστε να μιλήσουμε για την συγκρότηση ενός αριστερού μετωπικού πολιτικού υποκειμένου. Χρειάζεται συγκεκριμένα να διατηρήσουμε την κινηματική σύμπλευση με την ΑΡΑΝ και άλλες δυνάμεις της ΛΑ.Ε. Να συναντηθούμε κινηματικά και πολιτικά με την ΕΠΠΔ στην κατεύθυνση ευρύτερης συνεργασίας της Αριστεράς. Να μπούμε στη συζήτηση για τον "επαναστατικό πόλο" που ανοίγει το Ξεκίνημα. Να βαθύνουμε τον διάλογο για την συμπόρευση με τις δυνάμεις της Δικτύωσης Ριζοσπαστικής Αριστεράς και την Ανασύνθεση - ΟΝΡΑ.

Αυτό που μας αναλογεί είναι να παλέψουμε να διαμορφώσουμε ένα χώρο κοινού πολιτικού διαλόγου και κινηματικής παρέμβασης τον οργανώσεων που το επιδιώκουν ώστε να οικοδομήσουμε το μέτωπο εκείνο που θα θέτει  τον λαϊκό παράγοντα σε πραγματική κίνηση για να καταργηθεί η σημερινή κατάσταση πραγμάτων.