Επικαιρότητα

Η πολιτική συγκυρία στην Ελλάδα: Η φυσιογνωμία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ

24/04/2017

Αριστερή Ριζοσπαστική Κίνηση

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ θα πρέπει να αντιμετωπίζεται από την ριζοσπαστική αριστερά στην Ελλάδα, ως μια κυβέρνηση που υπηρετεί το νεοφιλελεύθερο σχέδιο έχοντας κάνει τη στρατηγική επιλογή της υλοποίησης του προγράμματος του κεφαλαίου και των κυρίαρχων τάξεων, σε Ελληνικό και Ευρωπαϊκό επίπεδο. Η παραμονή της στην εξουσία γίνεται και θα γίνεται εις βάρος των συμφερόντων του κόσμου της εργασίας.

Η κυβέρνηση για πολλοστή φορά, υιοθετεί την ρητορική του «ούτε ένα ευρώ περισσότερα μέτρα», γεγονός που καθιστά σαφές ότι δεν πρόκειται να άρει τα  μέτρα λιτότητας που εφαρμόζονται σήμερα. Ταυτόχρονα η διαπραγματευτική της τακτική εξαντλείται στην αναβολή και στο κέρδος πολιτικού χρόνου, προκειμένου τα ψηφισμένα νεοφιλελεύθερα μέτρα πολιτικής που υπέγραψε με το τρίτο μνημόνιο, να υλοποιηθούν σε μελλοντικό χρόνο,   όταν δηλαδή δεν θα βρίσκεται την εξουσία, ελπίζοντας ότι ένα τέτοιο σενάριο θα της αποφέρει μια «προστιθέμενη αξία» ως αντιπολίτευση.

Προκειμένου να επιτευχθεί η αξιολόγηση του προγράμματος, η κυβέρνηση  θα υποταχθεί γι’ άλλη μια φορά στις πιέσεις των δανειστών. Ήδη λίγα 24ωρα μετά τις παραπάνω δηλώσεις, που αποσκοπούν στη συνήθη επικοινωνιακή και κοντόφθαλμη διαχείριση των σοβαρότατων πολιτικών προβλημάτων από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η σύνοδος του Εurogroup και τα τεχνικά κλιμάκια διαλύουν τις στημένες [αυτ]απάτες: Οι δανειστές απαιτούν μέτρα 3,6 δις μετά το τέλος του ισχύοντος προγράμματος, γεγονός που σηματοδοτεί την πλήρη διάρρηξη των συμμαχιών που είχαν συγκροτηθεί  μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και των πληττόμενων κοινωνικών στρωμάτων και  του επέτρεψαν να αναλάβει την εξουσία.

Το κεντρικό ερώτημα είναι αν και κατά πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορέσει να διαχειριστεί κοινωνικά, αυτό που ακόμα και ο Μητσοτάκης αποκαλεί 4ο Μνημόνιο, παραμένοντας στην εξουσία, ή αν θα προχωρήσει σε εκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει να επιλέξει ανάμεσα σε μια διαρκή «διαπραγμάτευση» που θα του εξασφαλίσει τον αναγκαίο πολιτικό χρόνο παραμονής στην εξουσία και σε μια «ηρωική έξοδο». Ωστόσο η τελευταία, με δεδομένη την πολιτική που εφαρμόζει, δεν φαίνεται να του εξασφαλίζει κάποιο εκλογικό αντίκρισμα.

Επιπλέον, η υπογραφή της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας και η κυβερνητική εφαρμογή της, δείχνει το μέγεθος της υποταγής στις επιταγές της ΕΕ, αφού η Κυβέρνηση καλείται να προχωρήσει σε απάνθρωπες επαναπροωθήσεις προσφύγων, καλλιεργώντας το έδαφος ώστε να γίνει κοινωνικά ορατό το φασιστικό φαινόμενο. Παράλληλα,  η πιο πρόσφατη υποταγή της στα “θέλω” της ηγεσίας της εκκλησίας, συνιστά ένα ακόμα γεγονός που διαμορφώνει τη φυσιογνωμία της: Υποταγή στο Ευρωσύστημα και την Ευρωπαϊκή γραφειοκρατία και συνεργασία με τον πιο βαθύ «ιερό» μηχανισμό του κράτους για τη «διατήρηση των παραδόσεων του έθνους».

Όλα τα παραπάνω συνηγορούν στην εκτίμηση ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ευελπιστεί να δημιουργήσει ένα νέο δικομματισμό. Επανέρχεται δηλ. ένας παλιός γνωστός τρόπος άσκησης πολιτικής. Με την πολιτική αντιπαράθεση να επικεντρώνεται  σε ζητήματα που αφορούν τη διαπλοκή, τη διαφθορά και τη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού  και με την χρήση του  «μπαμπούλα της Δεξιάς»  ως   κλασική διέξοδο στο πρόβλημα, ένα ιδεολόγημα που στην Μεταπολίτευση έχει αποδειχθεί εξαιρετικά αποτελεσματικό όπως έχει δείξει άλλωστε η ιστορία του ΠΑΣΟΚ.

Όμως στην μνημονιακή Ελλάδα, οι κάθετες διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των πολιτικών εκπροσωπήσεων έχουν εκλείψει, διότι οι κυβερνήσεις είναι απλές εντολοδόχοι των διεθνικών κέντρων, ενώ οι συμμαχίες, άρα και οι σχέσεις εκπροσώπησης με συγκεκριμένα στρώματα, έχουν ριζικά αποσταθεροποιηθεί.  Ας σημειωθεί ότι η παραμονή στην εξουσία έχει αναχθεί για τον ΣΥΡΙΖΑ σε βασική επιταγή, λόγω του προσπορισμού υλικών, διοικητικών και πολλαπλών άλλων απολαβών που εξασφαλίζει μέσω αυτής το  πολιτικό του προσωπικό. Κυρίως όμως, η κυβερνητική εξουσία λειτουργεί ως συγκολλητική ουσία για την επιβίωση ενός κόμματος καρτέλ, που ταυτίστηκε σε μηδενικό χρόνο με τη διαχείριση του αστικού κρατικού μηχανισμού. Η έκκληση για συμπόρευση, από πλευράς στελεχών  του κυβερνώντος κόμματος  με το ΠΑΣΟΚ, καθώς και  οι τοποθετήσεις περί αριστερής στροφής της Σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη [βλ. την υποστήριξη Σουλτς], όπως και οι απανωτές επίσημες τοποθετήσεις που εγκαλούν το ΠΑΣΟΚ για μη συμπόρευση με τα άλλα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην «αριστερή» τους στροφή, εκτός από τη συνηθισμένη προχειρότητα και τον ερασιτεχνισμό της κυβέρνησης, δηλώνουν μια στρατηγική κάποιας μορφής ενσωμάτωσης στην Σοσιαλδημοκρατία. Στη γενική αυτή εικόνα, η κρατική φιλανθρωπία και τα επιδόματα σε συνταξιούχους  που προβάλλονται σαν μονομερείς δράσεις αντίστασης, απλά και μόνο επιβεβαιώνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μετατραπεί στον κατεξοχήν μηχανισμό εξοικείωσης και αποδοχής της εξαθλίωσης  των μαζών από τις ίδιες τις μάζες.