Απόψεις

Συνέντευξη με τον Αλέξανδρο Κλείτσα, μέλος του αγροτικού συνεταιρισμού "Εύκαρπον"

02/11/2016

Στάθης Αβραμιώτης

Μιλήσαμε με τον Αλέξανδρο Κλείτσα από τον αγροτικό συνεταιρισμό «Εύκαρπον - Hellenic Superfoods» και μάθαμε πώς λειτουργεί, αλλά και τις απόψεις του για το συνεταιριστικό κίνημα και ζητήματα που αφορούν την αγροτική παραγωγή σήμερα.

Το «Εύκαρπον» είναι μια διόλου μικρή ομάδα αγροτών, αλλά και άλλων επαγγελματιών, που βασίζεται στη βιολογική παραγωγή. Έχει έδρα στη Ματαράγκα Καρδίτσας, ενώ περισσότερες από τις μισές καλλιέργειές του βρίσκονται στη Θεσσαλία. Τις υπόλοιπες θα τις βρούμε σε διάφορα μέρη ανά την Ελλάδα.

Σ’ αυτόν, όπως και σε άλλους συνεταιρισμούς αρκετές φορές ενδεχομένως να παρουσιάζονται προβλήματα, λόγω μαζικότητας, που ενδεχομένως να οφείλονται και σ’ αυτό που λέμε για τις ανθρώπινες σχέσεις «ασυμφωνία χαρακτήρων», αλλά, όπως μας λέει ο Αλέξανδρος, το καλά δουλεμένο καταστατικό του συνεταιρισμού έχει προβλέψει την επίλυση ενός μεγάλου φάσματος δυσκολιών που προκύπτουν και έτσι, μέχρι στιγμής καταφέρνουν να τα λύνουν. Μια από τις διατάξεις του είναι πως κάθε συνέταιρος είναι υποχρεωμένος να συμμετέχει στο συνεταιρισμό για τουλάχιστον 8 χρόνια. Αυτή η διάταξη αποτελεί κυρίως ένα μέτρο προστασίας από τους μεσάζοντες, οι οποίοι προσφέρουν καλές τιμές για μια χρονιά σε επιμέρους παραγωγούς με σκοπό να διαλύσουν τους συνεταιρισμούς και την επόμενη συνεχίζουν να τους εκμεταλλεύονται. Αν κάποιος αποφασίσει να δώσει την παραγωγή του εκτός συνεταιρισμού, δέχεται πρόστιμο 50% στις απολαβές του για την τρέχουσα χρονιά και την επόμενη, αν συνεχίσει 100%.

Ο Αλέξανδρος αντιτίθεται στο «πατεντάρισμα» των σπόρων, όπως επιχειρούν να κάνουν μεγάλες εταιρίες του χώρου των φυτοφαρμάκων. Όπως μας πληροφορεί, ευτυχώς στην Ελλάδα το «πατεντάρισμα» αυτό περιορίζεται σε ελάχιστα προϊόντα, για τα οποία αυτό ισχύει σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

 ———

 

Ποιο είναι το αντικείμενο του συνεταιρισμού σας; Τι παράγει;

Παράγει τέσσερα προϊόντα, φρέσκο προϊόν και μεταποιημένο, από blueberry (μύρτιλλο), αρώνια, goji berry και ιπποφαές.

Πόσα μέλη έχει ο συνεταιρισμός και πώς αποφασίσατε την ίδρυσή του;

Γύρω στα 100 άτομα. Ξεκίνησε από 10-15 άτομα, μετά έγιναν 40-45 –στους πρώτους ήμουνα κι εγώ-, κάναμε την ιδρυτική συνέλευση την άνοιξη του 2012 κι έτσι ξεκίνησε.

Ο συνεταιρισμός αυτός ιδρύθηκε από ανθρώπους που ήταν ήδη χρόνια αγρότες ή είχαν βρεθεί κάποια χρόνια στην ανεργία; Ήταν συγγενείς, φίλοι; Ποια είναι η ανθρωπογεωγραφία και τα κίνητρα σας;

Το παράδοξο, σε σχέση και με άλλες ομάδες που προέκυψαν τα τελευταία χρόνια, είναι ότι οι περισσότεροι δεν ήταν αγρότες, δηλαδή μόνο 7-10 από τους 100 ήταν από πριν παραδοσιακοί αγρότες, δηλαδή με άλλες καλλιέργειες. Οι υπόλοιποι ήταν είτε νέοι άνεργοι είτε μεγαλύτερης ηλικίας που έμειναν άνεργοι. Υπάρχουν αρκετοί που έχουν και μια άλλη δουλειά και το κάνουν ως δεύτερη ασχολία. Είτε, αν πάει καλά η δουλειά τους, ασχολούνται και με αυτό είτε, αν δεν πάει καλά η δουλειά τους, το έχουν σαν μια προοπτική να ασχοληθούν αργότερα μόνο μ’ αυτό, άμα πετύχει.

Άρα, στην ουσία δεν προσφέρει επαρκές εισόδημα σε όλους.

Έχουμε βάλει ελάχιστο όριο στρεμμάτων για συμμετοχή στο συνεταιρισμό τα 5 στρέμματα. 5-7 στρέμματα με αυτά τα φυτά, όταν μεγαλώσουν, γιατί χρειάζονται 6 χρόνια για να αναπτυχθούν πλήρως, και με τις τιμές που υπάρχουν αυτή τη στιγμή σου δίνουν ένα επαρκές εισόδημα, δηλαδή, άμα πάει καλά, μπορεί να ζήσει κάποιο άτομο, αλλά και οικογένεια. Αν δεν είναι επαρκές, είναι σίγουρα ένα πολύ σοβαρό εισόδημα: τουλάχιστον το 50% που χρειάζεται κάποιος ετησίως για να ζήσει κανονικά.

Ο συνεταιρισμός, στο σύνολό του, είναι κερδοφόρος;

Είναι ακόμη πρώτη χρονιά παραγωγής. Όπως σου είπα, το «Εύκαρπον» ιδρύθηκε πριν 4 χρόνια και τα φυτά για να γίνουν ενήλικα και να προσφέρουν πλήρη παραγωγή χρειάζονται 6 χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι μέχρι στιγμής δεν έχουμε μέγιστη παραγωγή, άρα μπορούμε να πούμε πως είμαστε «ίσα βάρκα, ίσα νερά». Φέτος το καλοκαίρι πήραμε τα πρώτα λεφτά. Δεν είμαστε σε ζημιά, αλλά είμαστε ακόμα στην αρχή. Δεν μπορούμε να πούμε, δηλαδή, ότι είμαστε σε μια κερδοφόρα επιχείρηση.

Πώς διοικείται και λειτουργεί το συνεταιρισμός; Υπάρχουν κάποιες «standard» θέσεις;

Ναι, έχουμε διοικητικό συμβούλιο, όπως όλοι οι συνεταιρισμοί. Αυτό προκύπτει από το νόμο. Δεν είναι κάτι που γίνεται αυθαίρετα. Ο συνεταιρισμός είναι συνεταιρισμός νέας γενιάς, σύμφωνα με το νόμο Κατσέλη του 2011. Δεν είναι σαν τους παλιούς συνεταιρισμούς, που είχαν μια διαφορετική λειτουργία. Ανώτατο όργανο είναι η Γενική Συνέλευση, που γίνεται τακτικά κάθε χρόνο. Από ‘κει και πέρα μπορεί να γίνει και έκτακτα, αν προκύψει κάποιο σοβαρό θέμα, πράγμα που έχει γίνει. Κάθε μέλος έχει μία ψήφο. Έχουμε ελάχιστο όριο καλλιέργειας, όπως είπα, 5 στρέμματα κι αυτό είναι σημαντικό γιατί παλιότερα κάποιος μπορούσε να συμμετέχει σ’ έναν αγροτικό συνεταιρισμό χωρίς να καλλιεργεί, δίνοντας κάποια χρήματα και αγοράζοντας κάποιες μερίδες. Αυτό ήταν κακό, για δεν είχαμε συνεταιρισμούς αποτελούμενους μόνο από αγρότες, αλλά και γιατί ο άλλος, αν είναι πολλά λεφτά ή αν έβαζε και φίλους του στο συνεταιρισμό, μπορούσε να πάρει το συνεταιρισμό και να κάνει ό,τι θέλει. Αυτό συνέβη ειδικά όταν μπλέχτηκαν και κόμματα: ΠΑΣΟΚ, Νέα Δημοκρατία κλπ. Κάθε στρέμμα αντιστοιχεί σε μια μερίδα και κάθε μέλος, όταν γράφεται στο συνεταιρισμό, πληρώνει 900 ευρώ για κάθε μερίδα, έτσι ώστε αυτά τα λεφτά μπαίνουν ως κεφάλαιο στο συνεταιρισμό. Με τα λεφτά των 100 πρώτων συνεταίρων χτίστηκε ένα εργοστάσιο μεταποίησης, που έχει αρχίσει από την άνοιξη να λειτουργεί. Το εργοστάσιο χτίστηκε με τα λεφτά των συνεταίρων και ανήκει σε αυτούς. Δηλαδή δεν είναι κάτι εξωτερικό όπως παλιά που έλεγες «θα πάω το προϊόν μου στο συνεταιρισμό». Το εργοστάσιο έχει 100 κομμάτια και είναι των 100 συνεταίρων.

Δηλαδή, όλη η διαδικασία της παραγωγής μέχρι τη μεταποίηση γίνεται μέσα στο συνεταιρισμό;

Ναι, ναι, δεν υπάρχουν μεσάζοντες. Το εργοστάσιο αυτό διαθέτει ψυγεία για να πηγαίνει το φρέσκο προϊόν, μέρος από το οποίο πωλείται και φρέσκο. Έχουμε φορτηγά-ψυγεία με τα οποία το διανέμουμε τόσο στη γύρω περιοχή όσο και στην Αθήνα, αλλά έχουμε και μηχανές μεταποίησης σε μαρμελάδα και ξηραντήρα για αποξηραμένο προϊόν. Για την παραγωγή χυμού συνεργαζόμαστε και με κάποια άλλη μονάδα, αλλά και ο χυμός, όπως και τα άλλα προϊόντα, βγαίνει με τη μάρκα μας «Εύρκαρπον», πράγμα που είναι σημαντικό. Δεν δίνουμε, για παράδειγμα προϊόντα που βγαίνουν με τη μάρκα «Σκλαβενίτης» ή «Βασιλόπουλος». Βγαίνει στο ράφι με την ονομασία μας, χωρίς μεσάζοντα.

Η καλλιέργεια, η μεταποίηση και η εμπορία γίνονται από όλους ή καθένας έχει κάποιο πόστο;

Δεν έχουν και τα 100 άτομα κάποιο πόστο, έχουν μοιραστεί όμως κάποια βάσει και του «ταλέντου», για να το πω έτσι, αλλά δεν έχουν όλοι. Εγώ, για παράδειγμα, δεν έχω. Είμαι καθαρά στο κομμάτι της καλλιέργειας. Όπως σου είπα, οι περισσότεροι, στην αρχή, ασχολούνταν και με κάτι άλλο ή είχαν ασχοληθεί και με κάτι άλλο. Αυτό σημαίνει ότι στο συνεταιρισμό έχουμε 7-8 γεωπόνους, έχουμε μηχανικούς, έχουμε αρχιτέκτονες, έχουμε λογιστές, έχουμε τα πάντα, οπότε όλοι αυτοί, επειδή ήξεραν το αντικείμενό τους, ασχολήθηκαν και στο συνεταιρισμό με αυτό το αντικείμενο. Οι αρχιτέκτονες και οι μηχανικοί ασχολήθηκαν με την κατασκευή του εργοστασίου ή με την επίβλεψη, αν υπήρχε εξωτερικό συνεργείο, ή οι γεωπόνοι βοηθάνε στα χωράφια συμβουλευτικά. Έχουμε, ας πούμε, ανθρώπους που είχαν ασχοληθεί με τα logistics και δούλευαν με μεγάλα super markets που βοηθάνε στην προώθηση του προϊόντος. Άλλος είναι χημικός τροφίμων και φτιάχνει στο εργοστάσιο τη συνταγή της μαρμελάδας.

Βλέπεις να συνεχίζεται το φαινόμενο συμμετοχής σε αγροτικούς συνεταιρισμούς ανά την Ελλάδα άνθρωπων οι οποίοι δεν είναι αγρότες και προσπαθούν να κερδίσουν επειδή έχουν κάποιο κεφάλαιο;

Οι περισσότεροι συνεταιρισμοί παλιού τύπου έχουν διαλυθεί, κυρίως λόγω τεράστιων χρεών. Υπάρχουν, βέβαια, κάποιοι συνεταιρισμοί αυτού του είδους που έχουν τέτοια προβλήματα και μπορεί κάτι τέτοιο να εμφανιστεί και στο μέλλον. Με τους συνεταιρισμούς νέου τύπου που, όπως σας είπα, βασίζονται σε αγρότες που θέλουν να παράξουν και δεν τους ενδιαφέρει ή και δεν μπορούν να κάνουν κάτι άλλο, νομίζω πως δεν μπορούν να εμφανιστούν τέτοια προβλήματα.

Ο συνεταιρισμός σας είναι μια περίπτωση η οποία βρίσκεται μόνη της ή οι αγροτικοί συνεταιρισμοί είναι μια πρακτική που ξανά-ανθίζει τα τελευταία χρόνια;

Νομίζω πως τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει να γίνονται ομάδες αρχικά και συνεταιρισμοί τελικά, γιατί η ομάδα παραγωγών είναι 20-25 άτομα, ενώ οι συνεταιρισμοί είναι από 25 και πάνω. Βλέπω, δηλαδή, σε διάφορους κλάδους και σε διάφορα προϊόντα ότι ξανάρχονται οι συνεταιρισμοί. Γίνονται κυρίως από ανάγκη, γιατί βλέπει ο κόσμος ότι δεν μπορεί μόνος του. Το να είσαι μόνος έχει ένα πολύ βασικό πρόβλημα: ότι σε εκμεταλλεύονται οι μεσάζοντες. Υπάρχει πολύ μικρή τιμή για το παραγωγό, παρ’ ότι στο ράφι πάει πολύ ψηλά, αλλά υπάρχει και πολύ μεγάλη δυσκολία να προωθήσεις τα προϊόντα. Επίσης, η συμβουλευτική και η εμπειρία στην συλλογική καλλιέργεια είναι πιο πλούσια από την ατομική.

Ποιο πιστεύεις ότι πρέπει να είναι το επόμενο βήμα του συνεταιριστικού κινήματος στον αγροτικό τομέα, αλλά και γενικότερα;

Ίσως ένας συντονισμός μεταξύ ομάδων παραγωγών και συνεταιρισμών, έτσι ώστε να ανοίξουν και περισσότερες αγορές. Αυτή τη στιγμή πιέζουμε και σαν αγρότες να γίνουν περισσότερες αγορές παραγωγών κι όχι μόνο εμπόρων ή μισών-μισών, όπως είναι οι λαϊκές αγορές. Ο συντονισμός αυτός θα δώσει και μια ώθηση ίσως για να ανοιχτούμε και σε αγορές του εξωτερικού, οι οποίες θέλουν πολύ μεγάλες ποσότητες. Για παράδειγμα, μας ζήτησαν από τη Ρωσία 50.000 μαρμελάδες, ενώ εμείς μπορούσαμε να τους δώσουμε μέχρι 20.000. Γενικότερα, σε μικρές χώρες, όπως η Ελλάδα, υπάρχει αυτό το πρόβλημα και χρειάζονται μεγάλες εταιρείες ή μεγάλοι συνεταιρισμοί για να ανταπεξέλθουν σε τέτοιες απαιτήσεις.

Με ποιο τρόπο επηρεάζει την εγχώρια αγροτική παραγωγή η θέση της χώρας μας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση;

Η νέα ΚΑΠ (Κοινή Αγροτική Πολιτική), αλλά και η παλιά, δε λαμβάνει υπόψιν την τοπικότητα των προϊόντων και τις ανάγκες των παραγωγών κάθε χώρας. Έτσι, δεν αποφασίζουν οι ίδιοι οι αγρότες ή ακόμα και η κυβέρνηση της κάθε χώρας για το τι προϊόντα πρέπει να παραχθούν, ποια θα ενισχυθούν, π.χ. τα δικά μας προϊόντα δεν ενισχύονται. Από την άλλη, το «σκληρό» ευρώ δε μας επιτρέπει να ανταγωνιστούμε σε επίπεδο τιμής άλλες παραγωγές, όπως η κινεζική, η αιγυπτιακή ή η βουλγάρικη. Ο μόνος τρόπο να ανταγωνιστούμε σε ευρωπαϊκές αγορές είναι σε επίπεδο ποιότητας. Το ίδιο συμβαίνει και με άλλα προϊόντα, όπως το λάδι.

Τι συμβαίνει στο χώρο της διακίνησης των σπόρων; Τι περιορισμοί υπάρχουν στην καλλιέργεια;

Τα δικά μας φυτά είναι συγκεκριμένες ποικιλίες, είναι από μοσχεύματα (κλαδιά από άλλα φυτά) κι όχι από σπόρους. Δεν είναι μεταλλαγμένα. Ή είναι παλιές ποικιλίες ή είναι υβρίδια, όπως η ντομάτα. Γενικότερα, για τους σπόρους υπάρχει ένα θέμα: μεγάλες εταιρίες, όπως η Monsanto, που πουλάνε σπόρους, αλλά και λιπάσματα και φυτοφάρμακα, έχουν αναπτύξει μονοπωλιακές λογικές με αποτέλεσμα, όχι απλά να αλλάζουν τη διατροφή των πολιτών, αλλά και αγρότες που θέλουν να καλλιεργήσουν δικούς τους σπόρους ή από την τοπική αγορά να μην μπορούν να το κάνουν είτε γιατί δε βρίσκουν και αναγκάζονται να αγοράσουν από αυτές τις εταιρίες είτε γιατί σε κάποιες χώρες τιμωρούνται, αν το κάνουν. Υπάρχουν, γενικότερα, κάποιες ποικιλίες που τις «προστατεύει» κάποια εταιρία και δεν μπορείς να τις αναπαράξεις εσύ. Αν το κάνεις, θα σε κυνηγήσουν δικαστικά.

Πώς βλέπεις το εγχείρημα του «Πελίτι»;

Πιστεύω πως το «Πελίτι» είναι ένα πολύ ελπιδοφόρο εγχείρημα. Επειδή ασχολούμαι τα τελευταία χρόνια, έχει επεκταθεί σε όλη την Ελλάδα με τοπικές ομάδες «Πελίτι» που κάνουν και γιορτές. Νομίζω πως είναι σημαντική προσπάθεια γιατί ήδη βλέπουμε αποτελέσματα. Πάρα πολλές ποικιλίες σπόρων σ’ όλη την Ελλάδα έχουν κρατηθεί. Δεν είναι μια προσπάθεια που έχει βασιστεί σε λίγες ποικιλίες, λίγα προϊόντα. Έχει επεκταθεί σχεδόν σε όλα τα αγροτικά προϊόντα και το ενδιαφέρον δείχνει να αυξάνεται. Υπάρχει βέβαια ο προβληματισμός ότι οι σπόροι καλλιεργούνται σε μικρή κλίμακα, ενώ πριν κάποια χρόνια αυτές οι ποικιλίες ήταν εμπορεύσιμες σε διάφορα προϊόντα. Αυτή η προσπάθεια δεν έχει καταφέρει να ξανά-κάνει αυτές τις ποικιλίες «διάσημες». Δεν μπορούν, δηλαδή, να ανταγωνιστούν τα υβρίδια, κινδυνεύοντας κάποια μέρα να χαθούν, αλλά αυτό μένει να το δούμε.